Πέμπτη 5 Μαΐου 2011

Η ιστορία του. Κεφάλαιο 12. Ιστορικά (Μέρος Ι).


ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΩΔΕΚΑΤΟ (ΜΕΡΟΣ Ι)

 

ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΚΑΛΛΙΑΝΙΟΥ


      1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ


     Σε αυτόν τον κοκκαλοσπαρμένο, και τον ποτισμένο με αίμα Ελληνικό τόπο, κομμάτι του οποίου αποτελεί και το δικό μας μικρό χωριό, δεν θα μπορούσε να μην είχε γίνει στο παρελθόν κάποια μικρότερη ή μεγαλύτερη πολεμική σύγκρουση, κάποια μάχη ή έστω κάποιο πολεμικό συμβάν.
     Δυστυχώς όμως δεν μπορέσαμε να βρούμε μέσα από έγγραφες πηγές και στοιχεία κάποια ακριβή αναφορά για τυχόν μάχες ή διάφορα άλλα πολεμικά γεγονότα στην περιοχή του Καλλιανίου, μέχρι τα χρόνια Ελληνικής επανάστασης του 1821, χρονολογία που θα αναλύσουμε και θα δούμε εκτενέστερα παρακάτω. Μόνον μερικά επί μέρους στοιχεία μας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι στο διάβα του χρόνου κάποια μικρότερη ή μεγαλύτερη αψιμαχία μεταξύ, διαφόρων λαών, θα έλαβε χώρα και στο δικό μας χωριό. Τα γραπτά κείμενα όμως είναι τόσο φτωχά στο θέμα αυτό, που μόνο με υποθέσεις θα μπορούσαμε να αναφερθούμε σε μερικές υποθετικές τέτοιες καταστάσεις ή γεγονότα.
     Στο κεφάλαιο αυτό δεν θα αναφερθούμε μόνον σε αξιόλογα ιστορικά γεγονότα που έλαβαν χώρα στην περιοχή του χωριού μας, αλλά  θα αναφερθούμε επίσης και στην προσφορά των Καλιανιωτών σε έμψυχο και άψυχο υλικό στους διάφορους αγώνες τις πατρίδας μας.

     2. ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΣΗΜΕΙΩΜΑΤΑ ΚΑΙ ΑΝΑΦΟΡΕΣ
  
     Α. ΠΡΩΤΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ (ΑΠΟ ΑΡΧΗΣ ΜΕΧΡΙ ΤΟ 1821)

     Προαναφέραμε ότι οι γραπτές πηγές από όπου θα μπορούσαμε να αναπτύξουμε το κεφάλαιο αυτό είναι πολύ φτωχές, τουλάχιστον την πρώτη περίοδο που καταγράφουμε εδώ. Οι ενδείξεις όμως και κάποια επί μέρους στοιχεία συνηγορούν για κάποιες πολεμικές συγκρούσεις στην περιοχή μας.  Αρκετές ακόμα ενδείξεις έχουμε για την προσφορά των κατοίκων της περιοχής μας στους αγώνες του Ελληνισμού. Μερικά τέτοια αποσπάσματα που συλλέξαμε είναι και τα παρακάτω: 
     1. 479 π. Χ. «…..και εις μεν τας Θερμοπύλας εξεστράτευσαν, πλήν Τεγεατών και Μαντινέων, 1120 Αρκάδες ανήκοντες προδήλως εις τα την Γορτυνίαν οικούντα φύλα, ισάριθμοι δε παρετάχθησαν εν Πλαταιαίς μετά των Λακεδαιμονίων και επολέμησαν (479 π.Χ.) ανδρειότατα κατά των Περσών…..». (Τ. Κανδηλώρου. Ιστορία της Γορτυνίας. Σελ. 21).
     2. 371 π. Χ. «…..Ο Αγησίλαος ( σ.σ περί το 371 π.Χ.)…..επανήλθεν εις την Σπάρτην άπρακτος οι δ’ Αρκάδες εστράτευσαν επί τους Ηραιείς και επυρπόλουν τας οικίας και έκοπτον δένδρα. (Ξενοφώντος. Ελληνικά. ΣΤ 5.22)….». (Τ. Κανδηλώρου. Ιστορία της Γορτυνίας. Σελ. 23).
     3. 352 π. Χ. «…..Οι Λακεδαιμόνοι υπό τον Αρχίδαμον επέδραμον …. αλλά μετά τινα χρόνον ηττήθησαν παρά την Θέλπουσαν, πολλών Σπαρτιατών φονευθέντων και ζωγρηθέντων, εν οίς και ο αρχηγός αυτών Ανάξανδρος….». (Τ. Κανδηλώρου. Ιστορία της Γορτυνίας. Σελ. 27).
     4. 338 π. Χ. «…..Ο Φίλιππος ο Μακεδόνας (σ.σ. ο πατέρας του Μεγάλου Αλεξάνδρου)….πορευόμενος δια Θελπουσίας απεκατέστησεν αυτή την Στράτον και έσπευσεν εις Ολύμπια οπόθεν, προσκυνήσας, επέστρεψε εις Θέλπουσαν και εκείθεν εις Ηραίαν και επώλησε την λείαν του πολέμου. Παραμείνας δ’ επ’ ολίγον εις την περικαλλή της Αρκαδίας πόλιν Ηραίαν, την δια δενδροστοιχιών, περιπάτων και λαμπρών ναών κεκοσμημένην, επεσκεύασεν ιδίας δαπάνας την κάτωθεν αυτήν μεγάλην του Αλφειού γέφυρας και εισέβαλε δι’ αυτής εις Αλίφειραν και Τριφυλλίαν….». (Τ. Κανδηλώρου. Ιστορία της Γορτυνίας. Σελ. 28).
     5. 396 μ. Χ. «….και ο μεν Στελίχων επελθών εξ Ιταλίας διεσκόρπισε τους Γότθους, νικήσας αυτούς εις τα βόρεια και ορεινά μεθόρια της Γορτυνίας και απήλλαξεν αυτήν τε και την Ηλείαν εκ πολυμήνου και εξαιρετικής δηώσεως….(Ζώσιμος.Σελ. 255)….». (Τ. Κανδηλώρου. Ιστορία της Γορτυνίας. Σελ. 35).
     6. 1267 μ. Χ. Μετά την γνωστή μάχη της Πρίνιτσας το 1263, ως έχουμε εκθέσει, σ’ ένα ακόμα αταύτιστο τοπωνύμιο, μια ακόμα αναφορά για μεγάλες καταστροφές στον χώρο γενικότερα της Γορτυνίας έχουμε μερικά χρόνια αργότερα και συγκεκριμένα περί το 1267. Τότε που οι Γορτύνιοι είχαν αποστατήσει για τρίτη φορά κατά των Φράγκων, όπου ο Βυζαντινός «μέγας Δομέστικος» είχε ηττηθεί και σε μια δεύτερη πολεμική αναμέτρηση στην θέση Μακρυπλάγι (Νότια του Λεονταρίου). Σύμφωνα με το Χρονικό του Μορέως πληροφορούμεθα ότι: 
«Ωσαύτως δια την κάκωσιν και την δημεγερσίαν
των Σκορτινών (σ.σ Γορτυνίων) των άπιστων αυτών των δημεγέρτων
όπου απιστήσαν εις εμέν υπέρ φορών γαρ δύο
τους Τούρκους όπου έχομεν αρτίων εδώ μετ’ έμας
να τους διορθώσης να ‘σεβούν εις των Σκορτών τον δρόγγον (σ. σ Γορτυνία)
να κάψουν, να εξαλείψωσι τα ‘σπήτια και χωρία,
κι’ όσους ανθρώπους πιάσωσι ευθέως ν’ απεθάνουν.
Κι’ όσον κερδήσουν απ’ αυτούς ας είνε εδικόν τους».
Και ο Μελήκ(σ. σ. όνομα τούρκου Αξιωματούχου) ως τα’ άκουσε μεγάλως τα’ αναχάρη
Απόκρισιν του έδωκε πρόθυμα να το ποιήση
Χαιράμενοι εγείνηκαν μικροί τε και μεγάλοι,
Εις τρία αλάγια (σ.σ. στρατιωτικά σώματα) τους επήκε κα είνε χωρισμένοι
Κ’ εισέφησαν εις τα Σκορτά οι τούρκοι κ’ εσκεπάσαν,
Έκαψαν κ’ εξαλείψασι τον τόπον και ταις χώραις
Κι’ όσους έπιασαν μ’ άρματα όλους τους κατακόψαν.
Κι’ όταν είδαν οι άρχοντες οι Σκορτινοί ετούτο
Στα όρη επροσφεύγασι κι’ εις τα ψηλά βουνία.
     Μετά ταύτης περισσής χαιρεκακίας περιγράφει ο σύγχρονος Φράγγος ποιητής την τρομεράν καταστροφήν, ήν επήνεγκεν η Τουρκική λαίλαψ η ενσκήψασα το πρώτον τω 1267 εις την ατυχή Γορτυνίαν….».(Τ. Κανδηλώρου. Ιστορία Γορτυνίας. Σελ. 65).
     Μια ακόμα αναφορά σχετικά με την καταστροφική μανία των τούρκων περί το 1267 είναι και η ακόλουθη:
      «….στην εξέγερση του 1264, μετά την μάχη του Μακρυπλαγιού….
     ….το «Χρονικόν» μέσα σε λίγους στίχους μας δίνει την τρομερή «δραστηριότητα» των Τούρκων. Τίποτα δεν άφησαν όρθιο στο πέρασμά τους. Η φωτιά και το μαχαίρι ήταν τα μοναδικά σύνεργά τους. Τέτοια περιγραφή συμπυκνωμένης φρίκης, δεν συναντούμε πουθενά αλλού στο «Χρονικόν». Είναι στίχοι που δίνουν ανάγλυφα την εικόνα της «βιβλικής» καταστροφής….
     …..όπως διαπιστώνει κανείς, στα Σκορτά έγινε η εμφάνιση της φοβερής αγριότητας των Τούρκων και πρέπει ιδιαίτερα να τονιστεί το γεγονός ότι είναι και η πρώτη στην Ευρωπαϊκή Ήπειρο. Και αυτή περιγράφεται από το γασμούλο συντάκτη του «Χρονικού»….». (Α. Δ. Μπούτσικα. Η Φραγκοκρατία στην Ηλεία 1205 – 1428. Σελ. 207-208).
     7. 1387 μ. Χ. «….Τω 1387 και κατά τα επόμενα έτη τουρκικά στίφη ενεφανίσθησαν εν τω Μορέα, και τω 1391 ο φοβερός Εβρενός Βέης, ο Βρανέζης ή Αρβανέζης  των Βυζαντίνων ιστορικών, είχε κληθή υπό των Ναβαρραίων εις τον Μορέαν, όπως βοηθήση κατά την επίθεσιν αυτών εναντίον του δεπότου του Μυστρά και είχε καταλάβει την πρωτεύουσαν αυτού, την νέαν ελληνική πόλιν Λεοντάρη και το αρχαίον φραγκικόν κάστρον της Άκοβας….». (Ουίλιαμ Μίλλερ. Ιστορία της Φραγκοκρατίας στην Ελλάδα. Σελ. 20).
     Ειδικότερα για την κατάληψη του κάστρου της Άκοβας την εποχή που αναφερόμαστε είναι και η ακόλουθη καταγραφή, «….τω 1391…. (5)….Εισέβαλον το πρώτον οι Τούρκοι μετά του Εβρενός-Βέη εις Άκωβαν, ίσως την εκπόρθησιν ταύτην αναφέρει η περί του κάστρου της Μονοβύζας παράδοσις, καθ’ ήν υποχωρησάντων υπούλως των Τούρκων, εκλήθη η Βαρωνίς εις Βερβίτσαν, ίνα βαπτίση δήθεν βρέφος και τότε κρύφα οι Τούρκοι επανήλθον και κατέλαβον αυτό….». (Τ. Κανδηλώρου. Ιστορία Γορτυνίας. Σελ. 94 – 95). Αξιοσημείωτο στο σημείο αυτό είναι η παραπομπή (5) την οποία επικαλείται ο συγγραφέας Τ. Κανδηλώρος και από την οποία πληροφορούμαστε το εξής: [παραπομπή (5)…. Εν ιστορία Δούκα σελ. 516 ο σχολιαστής αυτού Bulliardi σημειοί εν σελ. 630 ότι η Άκωβα εκαλείτο (;) πρότερον Hypania.
     8. 1458 μ. Χ. «….Το έαρ του 1458 ο Μωάμεθ Β’, ηγούμενος ογδοήκοντα χιλιάδων ιππέων και μεγάλου σώματος πεζών…. προχώρησεν προς τον Ισθμόν, όπου έφθασε τη 15 Μαίου….και το μεν φεουδαλικόν κάστρον της Άκοβας εκυριεύθη δι’ εφόδου, το δε φρούριον της Ρουπέλης, εις ό είχον καταφύγει πολλοί Αλβανοί και Έλληνες μετά των οικογενειών, αντέσχεν επί δύο ημέρας απεγνωσμένου αγώνος….». (Ουίλιαμ Μίλλερ. Ιστορία της Φραγκοκρατίας στην Ελλάδα. Σελ. 146 – 147).
     Ειδικά για αυτήν την τελευταία άλωση του κάστρου της Άκοβας από τους τούρκους μια δεύτερη καταγραφή μας λέει: «....αλλά μη καταβαλλομένου επί τριετίαν του φόρου εξεστράτευσεν ο Μωάμεθ τον Μάιον του 1458, και την μεν Κόρινθον εκυρίευσε,.... κατά δε τον Φρατζήν «εξαιρέτως ηχμαλώτευσε και ηφάνισε και ενέπρησε την Άκωβαν, τον Αετόν και τα Πενταχυρία....». (Τ. Κανδηλώρου. Ιστορία Γορτυνίας. Σελ. 101).
     1700 – 1779 μ. Χ. «….Η αποτυχία της επανάστασης του Ορλώφ (1770) ….  και σκέψις εγένετο να σφαγή και αξανδραποδισθή ολόκληρος η εν Πελοποννήσω Ελληνική φυλή…. εξικοντακισχίλιοι (60.000) Αλβανοί και Τούρκοι …. διέπραξαν τας φρικοτέρας και αιματηροτέρας ανοσιουργίας, ας είδε ποτέ υποτελής λαός…. και η Γορτυνία δε εδέχθη γενναίαν μερίδα εκ των βανδαλικών τούτων επιδρομών, ων πολλαχού διασώζονται μέχρι και του νυν τα ίχνη, η τύφλωσις δηλαδή των εικόνων των ναών….
     …. της Γορτυνίας ότε δια τελευταίαν φοράν τον Απρίλιον του 1779 εισέβαλον εις αυτήν Αλβανοί ενσπείροντες τον φόνον και τον όλεθρον. Μετά φρίκης διηγούνται εν Βυτίνη τα της εισβολής ταύτης, εις δε την Βερβίτσαν δεικνύουν οι γέροντες και την θέσιν, εν η ανεσκολοπίζοντο οι κάτοικοι….». (Τ. Κανδηλώρου. Ιστορία Γορτυνίας. Σελ. 161, 163).
     1806 μ. Χ. «….άμα δ΄ αρχομένου του 1806 εν μέσω βαρυτάτω χειμώνι απέστειλεν ο Πασάς τον Κεχαγιάν αυτού, όστις εστρατοπεύδεσν εις Μεγαλόπολιν, άγων μεγάλην δύναμιν και πλήθος βασανιστικών οργάνων. Τοποθετήσας δε δύο ισχυρά αποσπάσματα εις την Στεμνίτσαν και εις τα Δερβένια συνέταξε κατάλογο προγραφών, ως άλλος Σύλλας, και συλλαμβάνων πλείστους αθώους ως υποθάλποντας τους κλέπτας ανεσκολόπιζεν ή διεμέλιζεν εις τέσσαρα ή έψηνεν επί της σούβλας ή συνέτριβεν επί άκμονος, θύων τω Προφήτη αυτού απείρους αιματηράς εκατόμβας και παρέχων τη ιδία λυσσώδει ψυχή δείπνα Θυέστια. Θρήνος, κλαυθμός και οδυρμός πολύς ηγέρθη καθ’ όλην την Πελοπόννησον πλημμηρήσασαν και αύθις εξ’ αιμάτων….». (Τ. Κανδηλώρου. Ιστορία Γορτυνίας. Σελ. 185).
     Οι ιστορικές αναφορές για την περιοχή μας σταματούν εδώ. Ακόμα παραμένουν, ως προαναφέραμε, σκοτεινά και ιστορικά ανεξερεύνητα τα χρόνια που πέρασαν, μέχρι την αρχή της Ελληνικής επανάστασης του 1821. Πάντως από τις λίγες αυτές ενδεικτικές αναφορές, που παραθέσαμε παραπάνω, γίνεται καταφανές ότι όπως και τα παλαιότερα χρόνια αλλά και τα χρόνια του Μεσαίωνα που ακολούθησαν, δεν έλειψαν κάποιες μικρότερες ή μεγαλύτερες συμπλοκές στον χώρο της περιοχής του χωριού μας, ή της ευρύτερης περιοχής του.
     Κλείνοντας την περίοδο αυτή να αναφέρουμε πάλι ότι «…..Και δεν δύναται μεν τις να ισχυρισθή, ότι το μέλλον δεν θα διαλευκάνη εν μέτρω τινί τα σκότια ταύτα. Αλλ’ επιτραπήτω να φρονώμεν, ότι ουδέποτε θα χυθή επί των αιώνων τούτων φώς άπλετον….». (Τ. Κανδηλώρου. Ιστορία της Γορτυνίας. Σελ. 34).
     Όσον θα περιμένουμε οι ιστορικοί και η Ιστορία να ρίξει «φως άπλετον», ας δούμε μερικά σημαντικά γεγονότα στην περιοχή του χωριού μας από την Ελληνική επανάσταση του 1821 και μετά. 

     Β. ΔΕΥΤΕΡΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ (ΑΠΟ ΤΟ 1821 ΜΕΧΡΙ ΣΗΜΕΡΑ)  

     1. ΤΟ ΣΤΡΑΤΟΠΕΔΟ ΤΟΥ ΚΟΚΛΑ – ΜΑΥΡΟΚΑΜΠΟΥ   

     Και ερχόμαστε στα χρόνια της επανάστασης του 1821. Όπως ολόκληρη η Γορτυνία, έτσι και το Καλλιάνι δεν θα μπορούσε να μην είχε παίξει το δικό του πρωτεύοντα ρόλο στα τότε γεγονότα. Πράγματι, βρίσκουμε ότι ένα από τα δύο πρωτοδημιουργηθέντα στρατόπεδα, στο ξέσπασμα της επανάστασης του 1821, ήταν αυτό που δημιουργήθηκε στην περιοχή του Καλλιανίου, και συγκεκριμένα στην τοποθεσία που αποδίδεται σήμερα με το τοπωνύμιο «Κόκλα». Μερικές σπουδαίες αναφορές για το ένα από τα δύο πρώτα αυτά στρατόπεδα της Ελληνικής επανάστασης στην περιοχή μας και οι ακόλουθες:
     «….Μετά τα ανωτέρω και μάλιστα μετά την 23ην Μαρτίου 1823, επίσημον ημέραν κηρύξεως της επαναστάσεως εις Λαγκάδια και συνεπώς εις όλην την επαρχίαν Καρυταίνης, συνέστησαν δύο τακτικά στρατόπεδα προς παρακολούθησιν των Τούρκων του Φαναρίου και του Λάλα. Το πρώτον τούτων εις Μπέτσι, όπου μετέβη ο Ανάστος Δεληγιάννης, αδελφός του Κανέλλου, είχεν αρχηγόν τον Γεωργάκην Πλαπούταν, που είχε 500 στρατιώτας της Ηλιοδώρας, το δε δεύτερον εις Ρένεση, αποτελούμενον εξ 600 και άνω στρατιωτών, από το τμήμα Άκοβας και Πέρα Μεριάς είχε αρχηγόν τον Δημητράκην Δεληγιάννην, αδελφόν των προηγουμένων.
     Το δεύτερον αυτό στρατόπεδον παρηκολούθει τας κινήσεις των Τούρκων Λαλαίων και είχεν εντολήν να του φράξη τον προς την Τρίπολην δρόμον.
     Ο Τάκης Κανδηλώρος γράφει ότι συνεκεντρώθησαν οι υπό τον Δημητράκην Δεληγιάννην εις θέσιν «Κόκλα» παρά του Ρένεση. Εκεί οπλαρχηγός των Βυζικιωτών κατά Κανδηλώρον ήτο ο Γιαννάκος Στασινόπουλος των Βερβιτσιωτών (Τροπαιατών) οι Σπήλιος Γρίβας και Α. Παπαδόπουλος….
     ….Βραδύτερον μετεφέρθη το στράτευμα εις τας θέσεις Εντρινές, Κατσικάκι και τέλος εις Πούσι, ημίωρον μακράν του Λάλα, κατά τον Τρικούπην προς παρακολούθησιν των Τούρκων Λαλαίων τους οποίους και επολιόρκησαν…..
     …..Ούτοι περιώρισαν την πολιορκίαν και έδωσαν μάχας κατά Μάϊον, Ιούνιον 1821….». (Ν. Ι. Φλούδα. Βυζικιώτικα. Τόμος Τέταρτος. Σελ. 119 – 120).  
     Η σχετική καταγραφή του Τ. Κανδηλώρου έχει δε ως εξής:
     «….Ούτω δε καθησυχασάντων των Τούρκων (εννοεί αυτούς που έμεναν στα Λαγκάδια) κατήλθον δύο των αδελφών ο Δημητράκης και ο Ανάστος (εννοεί τους Δεληγιανναίους) εις Ηραίαν μετ΄ ενόπλων Ακοβιτών και Λαγγαδινών και διαβάντες εις Πέρα Μεριάν εστρατολόγησαν και εκείθεν 400, ετοποθέτησαν δε πάντας εις το Ρένεσι εν θέσει Κόκλα υπό τους αξιωματικούς Σπηλ. Γρίβαν, Γιαννάκον Στασινόπουλον και Α. Παπαδόπουλον….». (Τ. Κανδηλώρου. Ιστορία Γορτυνίας. Σελ 270).
     Ο Α. Τσέλαλης, σχετικά με το θέμα, μας πληροφορεί:
     «….Έγραψαν εν ταυτώ (…εννοεί οι Πλαπουταίοι) και προς τους Δεληγιανναίους, εξ ών κατέβησαν ο Ανάστος με τον Δημητράκη, και συσκεφθέντες εσύστησαν στρατόπεδον εις το χωρίον Ρένεσι, εκλέξαντες και καπεταναίους τους Στασινόν Παπαδόπουλον και Γιάννην Στασινόπουλον, έχοντας υπό την οδηγίαν των τους Ακοβίτας….». (Α. Τσέλαλης. Πλαπούτα Απομν. Σελ. 165).
     Ο Δ. Κόκκινος αναφέρει:
     «….Εις την Γορτυνίαν επληροφορήθησαν εκ των επικοινωνιών του Κανέλλου Δηληγιάννη με τους προκρίτους της Αχαίας, τας ληφθείσας εις την Αγίαν Λαύραν τελικάς αποφάσεις και τα πρώτα γεγονότα των Καλαβρύτων, και εκινήθησαν αμέσως. Κατά την 20ην Μαρτίου ο Γεώργιος Πλαπούτας και ο αδελφός του Δημήτριος εις την Λιοδώραν της Καρυταίνης εκάλεσαν εις τα όπλα τους κατοίκους της περιφερείας και κατά την 21ην συνεκεντρώθησαν οκτακόσιοι περίπου άνδρες εις το Μπέτσι δια να κτυπήσουν τους προς τα μέρη των ευρισκομένους Λαλαίους. Οι Δηληγιανναίοι εξάλλου εκήρυξαν την επανάστασιν εις την πατρίδα των, τα Λαγκάδια, όπου επετέθησαν κατά των εκεί κατοικούντων Τούρκων, και την 22αν επί κεφαλής τετρακοσίων ανδρών μετέβησαν εις το Ρένεσι και από κοινού με τους Πλαπουταίους ηνάγκασαν τους διασκορπισμένους εις όλην την περιφέρειαν Λαλαίους και Καρυτινούς Τούρκους να φύγουν προς τους τόπους των….». (Δ. Κόκκινου. Πελοποννησιακή Πρωτοχρονιά 1965. Σελ. 87).
     Άλλοι ιστορικοί, όπως ο Ι. Βλαχόγιαννης στο βιβλίο του «Οι κλέφτες του Μοριά» στην σχετική αναφορά που κάνει, τοποθετεί το στρατόπεδο αυτό στην θέση Μαυρόκαμπο, «…όταν μαζεύτηκαν τα παλικάρια στον Μαυρόκαμπο…», λέει. 
     Από τα απομνημονεύματα του Κανέλλου Δεληγιάννη, η αναφορά για τα πρώτα στρατόπεδα της περιφερείας μας έχει ως εξής: «….Την αυτήν ημέραν 23 Μαρτίου…. δια να συστήσωμεν λοιπόν τακτικά στρατόπεδα (μόλον οπού είχομεν κινήσει την επανάστασιν και είχομεν πράξει τοσούτας εχθροπραξίας από τας 17 Μαρτίου) απεφασίσαμν και ο μεν Ανάστος (Αδελφός του Κανέλλου) απήλθεν εις το χωρίον Μπέτσι και συνεκέντρωσεν εκεί τους Πλαπουταίους με τους στρατιώτας του τμήματος της Ηλιοδώρας και συνάξας όλους τους προκρίτους των χωρίων και περισσοτέρους των 500 στρατιωτών, τους εδιόρισεν επί κεφαλής τον Γεωργάκην Πλαπούταν, διατάξας αυτούς να προσέχουν τα κινήματα των Φαναριτών Τούρκων και των Λαλαίων, αν τολμήσουν και κάμουν κίνημα δια κανέν μέρος, να τους κτυπήσουν. Επίσης ανεχώρησε και ο Δημητράκης (και αυτός αδελφός του Κανέλλου) με επέκεινα των 600 από τα τμήματα Άκοβας και Πέρα Μεριάς και συνεκεντρώθη και αυτός εις το χωρίον Ρένεσι δια τον αυτόν σκοπόν, απέχον το χωρίον εκείνο τρείς ώρας ως έγγιστα από του Λάλα. Το κίνημα τούτο επροξένησε φρίκην και απελπισίαν εις τους Λαλαίους….». (Κ. Δεληγιάννη. Απομνημονεύματα. Τόμος Πρώτος. Σελ. 148).
     Έτσι ή αλλιώς είτε στου «Κόκλα παρά του Ρένεση», είτε στου «Κόκλα παρά του Καλλιάνι», είτε στον «Μαυρόκαμπο», είτε στην «Βίγλα», είτε στην θέση «βάρκα του Ρωφέα», σημασία έχει πως την εποχή εκείνη του Κόκλα, ο Μαυρόκαμπος, και γενικά ολόκληρος ο «κάμπος» και η αγροτική έκταση του χωριού ήταν γεμάτος με τα παλικάρια, τους προγόνους μας, έτοιμοι για τον αγώνα της ελευθερίας, την οποία απολαμβάνουμε εμείς σήμερα, στην ελεύθερη πατρίδα μας.
     Όπως είδαμε το στρατόπεδο του Κόκλα, ήταν γεγονός που κατέγραψε η ιστορία. Η δημιουργία του έγινε από τον φόβο κάποιας επιδρομής των Τουρκαλβανών Λαλαίων προς την Γορτυνία, και ως εκ τούτου προς τα Λαγκάδια και την Τρίπολη. Βεβαία το στρατόπεδο αυτό διαλύθηκε έπειτα από μερικές ημέρες και μεταφέρθηκε στις θέσεις «Εντρινές, Κατσικάκι και τέλος εις Πούσι, ημίωρον μακράν του Λάλα», με την γνωστή πολιορκία και μάχη στο Πούσι. Επίσης το μέτωπο της σύρραξης και πολεμικής αναμέτρησης μετατέθηκε προς την πλευρά της Καρύταινας αρχικά και της Τρίπολης αργότερα, στην γνωστή πολιορκία.   

     2. Ο ΕΜΦΥΛΙΟΣ ΤΟΥ 1823 

     Και ερχόμαστε στα μέσα Ιουλίου 1823 όπου δόθηκε η αφορμή να ξεσπάσει ο εμφύλιος πόλεμος μέσα στον Ιερό Εθνικό αγώνα. Ένας εμφύλιος που μερικοί ιστορικοί παραβλέπουν ή αναφέρονται με λίγες γραμμές στα κείμενά τους και άλλοι λένε πώς, «….αυτό το τοπικό επεισόδιο είναι η ρίζα του εμφυλίου σπαραγμού. Εξελίχθηκε σε πολυμέτωπο παμπελοποννησιακό πόλεμο, προξένησε φρικτά δεινά κι΄ έφερε την Επανάσταση και τον Ελληνισμό στην ανατριχιαστικά κρίσιμη θέση ν¨ αφανισθή από το πρόσωπο της γής….». (Α. Τσέλαλης. Πλαπούτας. Σελ 328).
     Αλλά ας δούμε μερικές αναφορές για το θλιβερό αυτό συμβάν στα χρόνια της Εθνικής παλιγγενεσίας. Οι αναφορές αυτές και γενικότερα η εξέλιξη των γεγονότων  έχουν ως εξής:
     «….γινόταν η Δημοπρασία των προσόδων της επαρχίας Καρυταίνης (Γορτυνίας). Και συναγωνίζονταν άνθρωποι του Δ. Πλαπούτα με τους Δεληγιανναίους (Φωτάκου. Απομνημονεύματα.)….
     ….Μέσα Ιουλίου 1823 επήγε ο Ανάστος στη Δημητσάνα ως επίτροπος της κυβερνήσεως και εκύρηξε με τον έπαρχο την έναρξη της δημοπρασίας για ορισμένη ημέρα. Την ημέρα αυτή μαζεύτηκαν οι προκριτότεροι των πόλεων και χωριών και όσοι είχαν την διάθεση να ενοικιάσουν τας εθνικάς προσόδους. Οι ιδιοκτήτες των χωραφιών να δίνουν το δέκατον της παραγωγής και οι ενοικιασταί εθνικών κτημάτων δύο στα δέκα….». (Α. Τσέλαλης. Πλαπούτας Σελ 302).
     Κατά την διεξαγωγήν της δημοπρασίας «….Ο Κων. Τζιραλής ερεθισθείς διότι προσεβλήθη υπό του Ανάστου Δεληγιάννη, τον επλήγωσε με την πιστόλαν του εις τον μηρόν….». (Α. Τσέλαλης. Πλαπούτας. Σελ. 303).
     Το εκτελεστικόν είχεν αποστείλει κατά την 4ην Οκτωβρίου διαταγήν (απόσπασμα της διαταγής μπορείτε να δείτε στο τέλος του παρόντος στο σχετικό Παράρτημα) εις τον στρατηγόν Δημ. Πλαπούταν να μεταβεί εις την Ηλείαν με τους υπ΄αυτούς εκ της Λιοδώρας και οκτακοσίους άνδρας εξ΄όλης της άλλης επαρχίας Καρυταίνης, τους οποίους θα εστρατολογούσαν ο χιλίαρχος Νικ. Δεληγιάννης, ο Αντ. Κολοκοτρώνης και ο Γεργ. Δημητρακόπουλος, και κινητοποιών και έχων υπό τας διαταγάς του τους Πυργιώτας και τους Γαστουναίους να σχηματίση το προς πολιορκίαν των Πατρών στρατόπεδον, εκ του οποίου θα απεστέλετο δύναμις και εις το Μεσολόγγι. Αλλ΄ ο Πλαπούτας δυσαρεστημένος ήδη, καθώς έχομεν γράψει, εκ της συμφιλιώσεως και συμπράξεως του Θ. Κολοκοτρώνη με τους Δεληγιανναίους και έχων νωπότατα παράπονα κατά των τελευταίων τούτων, δεν εκινήθη, ενώ ήτο έτοιμος να αναχωρήση δια τας Πάτρας. Τούτο οφείλετο εις τας ανωμαλίας, που επροκάλεσαν εις την περιοχήν του οι Δεληγιανναίοι προς αντεκδίκησιν δια τον προ ολίγου χρόνου τραυματισμόν του Αν. Δεληγιάννη υπό του Κων. Τζεραλή, γαμβρού του Πλαπούτα. Ο Δημ. Δεληγιάννης είχεν εισβάλει εις τα χωριά Καλλιάνι και Ρένεσι, ανήκοντα εις την περιφέρειαν του Πλαπούτα, και τα ελεηλάτησε κακοποιών τους κατοίκους. Εις τας χείρας του Πλαπούτα είχε περιπέσει η ακόλουθος επιστολή του Δημ. Δεληγιάννη προς τους ανθρώπους του:
     «Αδελφοί Καπετάνιοι
     Ήλθομεν εδώ εις Καλλιάνι έως 100 άνθρωποι από Λαγκάδια, Βερβίτσα, Βάχλια και Δίβριτσα. Πλήν εις το χωρίον δεν εμβήκαμεν. Οι Κοκοσουλαίοι είναι μέσα εις τον Πύργον, εις του Κοντοκρίθη το οσπήτιον, και εις του Κακούρα, όλοι όλοι επτά νομάτοι. Οι άλλοι τους άφησαν μονάχους και εβγήκαν εδώ. Όθεν η γενναιότης Σας, ει μεν και επιάσατε τον πύργον, να αφήσετε δέκα νομάτους μέσα, να εμβάσουν νερόν και να καθήσουν, και οι λοιποί να απλώσετε ατά μέρος του Μπέτζι, Βλάχους και Καραχασάνι, να πάρετε όσες στάναις, άλογα και βόιδια και γελάδια ευρήτε να τα φέρετε εδώ και να έλθετε εδώ να ομιλήσωμεν να ιδούμεν πώς να τους κάμωμεν αυτούς και οι δέκα άνθρωποι ας μείνουν εις τον πύργον ώστε να ανταμωθώμεν και τότε τους γράφομεν. Ταύτα.
Καλλιάνι 6 Οκτωβρίου 1823.
 
Ο αδελφός
Δημήτριος Δεληγιάννης»
     Έκ τούτου απεκαλύπτετο ότι τα γενόμενα εις τα φιλικά προς τον Πλαπούταν χωριά δεν ήσαν αυθερεσίαι των στρατιωτών, αλλ΄ ενέργειαι κατ΄ εντολήν του Δεληγιάννη. Ο Πλαπούτας απέστειλε την αποκαλυπτικήν επιστολήν με την ακόλουθον διαμαρτυρίαν προς τον Θ. Κολοκοτρώνην, ως αντιπρόεδρον του εκτελεστικού:
 
     «Εκλαμπρότατε Αντιπρόεδρε
     Η υπερτάτη Διοίκησις προνοούσα πάντοτε την ασφάλειαν της πατρίδος, δια της εκλαμπρότητος της με διατάττει να εκστρατεύσω δια Πάτρας λαμβάνον όλους τους στρατιώτας της Λιοδώρας, τους Φαναρίτας, Πυργιώτας και Γαστουναίους, με τους οποίους ασφαλίζον την Γαστούνην από τας επιδρομάς των κοινών εχθρών, να οικονομήσω περιπλέον και τροφάς για τα γενικά της Πελοποννήσου στρατεύματα, οπού ακολούθως μετά της εκλαμπροτητός Σου και του στρατηγού Νικήτα θέλει έλθωσιν. Και ενώ κατά την διαταγήν έγινα έτοιμος να μισεύω ένεργων με προθυμίαν τα διαταττόμενα, παρ΄ελπίδα μοι εδόθη το γράμμα του Δημ. Δεληγιάννη, ιδιοχείρως του γεγραμμένον - και του οποίου το ατίγραφον της περικλείω - οπού η ευγένειά του, αφού κατέκαυσε τα χωρία Καλλιάνι και Ρένεσι, κάμνει σύναξιν στρατιωτών εις το μέρος της Άκοβας, δια να εφορμήση εις την Λιοδώραν, να θίσει και να απολέσει κατά την έννοιαν του γράμματός του. Οι στρατιώται ακούσαντες το τοιούτον, μόλλον όπου ήτον εγκαρδιωμένοι να ακολουθήσωσιν τα διαταττόμενα, αφήνοντας τώρα όλα κατά μέρος μένωσιν εδώ δια να διαφετεύσωσιν τα οσπήτια των και την περιουσίαν των από την άδικον επιδρομήν του κ. Δημ. Δεληγιάννη. Η ευγένειά του ως καλός πολίτης και αληθής πατριώτης αντί να δώση συμβουλάς και παραδείγματα όμοια του φρονήματος της υπερτάτης διοικήσεως, ιδού με ποιόν τρόπον γυμνάζει τον λαόν, να γίνονται κλέπται, να μεταχειρίζονται τους γειτόνους των ως Τούρκους και να λεηλατώσι τους ομογενείς ως αλλογενείς και τέλος πάντων να γίνεται αίτιος, οπού όχι μόνον να βαστά εδώ τους Λιοδωρήσιους στρατιώτας, αλλά ακόμη και άλλους, και να ελλείπουν από τας διαταγάς της υπερτάτης Διοικήσεως, μάλιστα εις τούτον κίνδυνον της Πατρίδος. Ποτέ ένα τέτοιο φρόνημα δεν ήλπιζε τινάς να λάβωσιν οι πρώτιστοι πολίται, οι οποίοι έπρεπε με το καλόν παράδειγμα των να δίδωσιν του λαού να γνωρίζει τα αληθή του συμφέροντα και όχι ως εχθροί να διδάσκωσιν και δια λόγου και εγγράφως τα αντιπατριωτικά φρονήματα, μη ανάλογα αλλά μάλλον εναντία εκείνων όπου η υπερτάτη Διοίκησις ενεργεί. Δι΄αιτίας λοιπόν των τοιούτων και δια ν΄ ασφαλίση ο καθείς την οικίαν και περιουσίαν του, μένει εδώ, και η διαταγή της Διοικήσεως δεν ενεργείται εις τοιούτον επικείμενον κίνδυνον της Πατρίδος. Κατά χρέος ειδοποιώ την εκλαμπροτητά της - περικλειοντάς της και αντίγραφον από το ιδιόχειρον γράμμα του Κυρίου Δημ. Δεληγιάννη - δια τον ενεργούμενον εμφύλιον πόλεμον παρά της ευγενειάς του, όστις αφού αρχίσει κατά την θελησίν του, θέλει προσεπιφέρει τα θλιβερά επακόλουθα. Ήθελα της πέμπψω και το καθολικόν γράμμα του, φιλλάττω όμως να το παρρησιάσω οπόταν η περίστασις και ο καιρός το καλέσει, δια να γνωρίσει ακριβώς η υπερτάτη Διοίκησις τους αιτίους πάντοτε του κακού. Και κατά το παρόν ας προβλέψει με την ακριβή σύνεσιν της το δέον και μένω με όλο το σέβας.
Παλούμπα τη 8 Οκτωβρίου 1823
Πρόθυμος των επιταγών της
Δημητράκης Πλαπούτας»
     Έγραψε δε επίσης ο Πλαπούτας προς τον Νικηταράν, μετά του οποίου επρόκειτο να συμπράξη, και δια την στρατολογίαν και δια την εναντίον των Πατρών επιχείρησιν. (Διονυσίου Κόκκινου. Η Ελληνική Επανάστασις. Τόμος 7 Σελ. 429-430-431).
     Προτού αναφερθούμε στο γράμμα του Πλαπούτα προς τον στρατηγό Νικηταρά, θα θέλαμε να θέσουμε υπ΄ όψιν των αναγνωστών μας, ότι τα ανωτέρω έγγραφα και επιστολές των πρωταγωνιστών των γεγονότων πέρα από τις πηγές που αναφέρουμε κάτωθεν των αναγραφομένων, ευρέθησαν επίσης και στο βιβλίο του Α. Τσέλαλη, Απομνημονεύματα Πλαπούτα, στις σελίδες 311 εως 314 συνοδευόμενο με φωτοτυπία του πρωτοτύπου του γράμματος του Κολοκοτρώνη, καθώς επίσης και στο βιβλίο του Θεοφανίδη Ιωάννη - Ιστορικόν Αρχείον 1770 - 1836 τόμος Γ΄ σελίδες 150 - 151.
     Τέλος ένα απόσπασμα από το γράμμα του Πλαπούτα προς τον στρατηγό Νικηταρά, έχει ως εξής:
 
    «Γενεότατε αδελφέ καπετάν Νικήτα κατασπαζομαί σε
       Ευχαρίστως έλαβον το γράμμα σας εκ του οποίου είδον τα όσα μοι γράφης, όσο μεν δια τα γρόσια του υψηλοτάτου πρίγκηπος δεν έλειψα πολλάκις και να ομιλήσω και να γράψω του κυρίου επάρχου της Καρύταινας δια να δοθώσι, βιάζων πάντοτε δια να του προφθάσωσιν…..
     ….Ήλθον προσκλαιόμενοι όλοι οι κάτοικοι των χωρίων Καλλιάνι και Ρένεσι και πολλά πλησιόχωρα χωρία της Λιοδώρας πλήν ακρόασιν δεν έδωσα αν όντας αυτά υπό την υπεράσπισην των κακών Δεληγιανναίων και τους απέβαλα παρηγορώντας τους όσον εδυνήθην. …..
     ….Πλήν αυτοί αναχωρήσαντες και συνάξαντες στρατιώτας, ελθών και κυρ-Δημητράκης Δεληγιάννης από Τριπολιτσά παίρνων και η ευγένειά του τους Λαγκαδιανούς ήλθον εις Καλλιάνι και αφού επήραν όλον το πράγμα των Καλλιαναίων και τα ζωντανά τους όλα, έκαψαν τα οσπίτια όλου του χωρίου Καλλιάνι και τον πύργον εις το χωρίον Ρένεσι, οπού όλα ήτον εθνικά, αφήνοντας τους πτωχούς κατοίκους γυμνούς και με άκραν λύπην, μη έχοντες που την κεφαλήν κλίναι.
     Αυτά εγώ βλέπων με λύπην μου ησυχάζω μη θέλοντας να δώσω σκάνδαλον και κακόν παράδειγμα και πάσχω να εμποδίσω κάθε κατάχρησιν, έως ότου η Διοίκησις να προβλέψη την ευταξίαν ότι αυτά δεν είναι καλά. Και δυναμώνοντας ελπίζω να έλθω αυτού και εν υγεία να ανταμώσωμεν, παρακαλώ όμως τον αδελφόν να φυλάττει την ομοίαν αδελφικήν αγάπην οπού και εγώ πάντοτε έδειξα και φυλάττω δια την Γενναιότητά σου, ότι είμαι πάντοτε εκείνος οπού απ΄αρχής ήμουν και σταθερός φυλάττω την ιδίαν πίστιν και αγάπην. Δια τούτων μοι λείπεις να μοι γράφεις συνεχώς τα της υγείας σας και κανένα νέον προς ευχαρίστησιν μου. Μένω δε κατά το παρών με όλη την ευχαρίστησιν να λέγωμαι.
     
Παλούμπα, 7 Οκτωβρίου 1823              
αδελφός πρόθυμος
Δημητράκης Πλαπούτας»
     (Το ανωτέρω έγγραφο έχει δημοσιευθεί και στο βιβλίο του Δημητρίου Σταμέλου «ΝΙΚΗΤΑΡΑΣ - ΠΡΟΤΥΠΟ ΠΑΛΛΗΚΑΡΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΔΡΕΙΑΣ. Εκδόσεις Βιβλιοπωλείο Εστίας. Αθήνα 2000. Σελ. 129), ο ίδιος ο συγγραφέας στην σχετική παραπομπή επικαλείται το Ιστορικόν Αργολικό Αρχείο).
     Η ιστορία του εμφυλίου αυτού, που έλαβε χώρα μέσα στον Ιερό Αγώνα της Εθνικής Απελευθέρωσης, τον Οκτώβριο - Νοέμβριο του 1823 είναι μεγάλη και περίπλοκη. Πολλοί ιστορικοί και πρωταγωνιστές των τότε γεγονότων έχουν γράψει αρκετές σελίδες γύρω από το θέμα. Εμείς όμως ας επανέλθουμε στα γεγονότα του Καλλιανίου. Η μαρτυρία ενός από τους πρωταγωνιστές των γεγονότων αυτών μας περιγράφει με γλαφυρό τρόπο για το τι συνέβαινε στην περιοχή μας τους ταραγμένους τούτους χρόνους. Η μαρτυρία αυτή έρχεται μέσα από τα απομνημονεύματα του ιδίου του Καννέλου Δεληγιάννη, η οποία έχει ως εξής:
     «...... ώστε η επικουρία μας όλη υπερέβαινε τας 3.000, ήτον και η επιτόπιος εδική μας δύναμις υπέρ τας 2.000, του δε Πλαπούτα μόλις εσυμπληρούτο 2.000, η επικουρική των Κολοκοτροναίων και λοιπών και ως 500 Ηλιοδωρίσιοι και άλλοι.....
     ....Αλλά προτού φθάσουν αυτοί (ως είρηται εις Λαγκάδια), (σ. σ. εννοεί την αντιπροσωπείαν της Κυβέρνησης για τον καταυσμό των εχθροπραξιών) έκαμεν έν κίνημα καθ΄ήμών ο Πλαπούτας και απεπειράθη να κτυπήση αίφνης τους αδελφούς μου, ωχυρωμένους όντας εις Βερβίτσαν, Βυζίτσι και Καλιάνι, να δυνηθή να καθέξη τας θέσεις εκείνας....(σ. σ. η μάχη εκρίθη υπέρ των Δεληγιανναίων) 
     ....συνέλαβαν υπέρ τους 15 και τους αφώπλισαν, εφόνευσαν εξ΄αυτών επτά και δώδεκα επλήγωσαν. Εφονεύθησαν και εκ των ημετέρων ένας Λαγκαδινός και ένας Διβριτσιώτης και τέσσαρες επληγώθησαν και ούτως ετελείωσεν η σκηνή αύτη. (Κανέλλου Δεληγιάννη Απομνημονεύματα τόμος Β΄ σελ. 160 - 161). (σ.σ. οι ανωτέρω μάχες καταγράφονται επίσης και από τον Α. Τσέλαλη Πλαπούτα Απομνημονεύματα σελ. 330 -331).
     «….Τέτοιο τέλος έλαβε αυτός ο άθλιος για την πατρίδα και λυπηρός δι΄ ημάς εμφύλιος πόλεμος και εχύθη αδελφικό αίμα, γράφει ο Κανέλλος…». (Α. Τσέλαλης Πλαπούτας. Σελ. 333).
     «….ανακάτωσαν δε τοιουτοτρόπως όλην την επαρχίαν, και η ανωμαλία αύτη έφερεν εμπόδια εις τα πολιτικά πράγματα….». (Φ. Χρυσανθακόπουλος (Φωτάκος). Άπαντα. Σελ. 320).
     Την εξιστόρηση των γεγονότων του χρόνου αυτού καταγεγραμμένα μέσα από μια άλλη οπτική γωνία επισυνάπτουμε στο τέλος του παρόντος στα σχετικά ανάλογα Παραρτήματα, σελίδα πρώτη, σελίδα δεύτερησελίδα τρίτη και σελίδα τέταρτη. 

     3. Ο ΕΜΦΥΛΙΟΣ ΤΟΥ 1824

     Μια δεύτερη διαφωνία μεταξύ πολιτικών και στρατιωτικών, κατά την διάρκεια του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα του 1821, εκδηλώθηκε τον χειμώνα του 1824 ή οποία κατέληξε σε εμφύλιο πόλεμο. Οι δυσαρεστημένοι πρόκριτοι της Πελοποννήσου μετά την επικράτηση των Στερεοελλαδιτών και νησιωτών, παρασύροντας μαζί τους και άλλους στρατιωτικούς στράφηκαν εναντίον της Κυβέρνησης.
     Οι Δεληγιανναίοι «παράτησαν» την πολιορκία των Παλαιών Πατρών, (σ.σ. Παλαιά Πάτρα ήταν η σημερινή Πάτρα εν αντιθέσει με την Νέα Πάτρα που ήταν η σημερινή Υπάτη, πρωτεύουσα παλαιότερα της Βλαχίας ή του κράτους των Νέων Πατρών), και επιστρέφοντας στα Λαγκάδια και την ευρύτερη περιοχή μας, μην μπορώντας να βρουν ανταπόκριση και να στρέψουν τους κατοίκους κατά της Κυβέρνησης, μεταχειρίστηκαν βία και προξένησαν μεγάλες ζημιές. Αρκετοί τότε, από τα χωριά της Άκοβας και Πέρα Μεριάς, συμπράττοντας με τον Παπασταθούλη από τα Λαγκάδια και τον Γεώργιο Κοντοβαζαινίτη από την Τοπόριτσα, οι οποίοι είχαν τεθεί επί κεφαλής προς καταστολή της «ανταρσίας» αυτής, συντάσσουν μια αναφορά κατά των Δεληγιανναίων η οποία υπογράφεται από τα περισσότερα χωριά της περιοχής μας.
     Η ανέκδοτη μέχρι σήμερα, αναφορά των «κατοίκων των χωριών Καρυταίνης, Λαγκαδίων, και Πέρα Μεριάς», κατά των «ανταρτών – Δεληγιανναίων», την οποία έχουμε την τιμή να παρουσιάσουμε για πρώτη φορά μέσα από τις σελίδες μας εδώ, έχει ως εξής:
     «Υπεράτη Διοίκησις
     Δια της παρούσης ημών ταπεινής αναφοράς αναφερόμενοι ημάς οι υποφαινόμενοι και οι τε πρόκριτοι και καπεταναίοι των χωρίων Λαγκαδίων, Άκοβας, και Πέρα Μεριάς, της επαρχίας Καρυταίνης δηλοποιούμεν, ότι επειδή και ο ύψιστος Θεός ευδόκησε και έλαμψεν η ισχύς των Νόμων της Ελλάδος και εστέριωσε νόμιμη Διοίκησις προς υπεράσπησιν των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, και δια την πρόοδο του Ελληνικού έθνους δεν λοίπομεν πρώτον να αναφέρωμεν κατά χρέος τας ευχαριστήριους φωνάς προς την άφθαστον(?) πρόνοιαν του παντοδύναμου Θεού και δεύτερον να παραστήσωμεν προς την Σεβαστήν  ημών Διοίκησιν δια της παρούσης μας και δια των προσερχομένων πληρεσξουσίων μας του τε αιδεσιμωτάτου παπα Ευσταθίου και καπετάν Γ. Κοντοβαζενιώτου, ότι επειδή ημάς απ’ αρχής εφέρθημεν σχετικοί μετά των κυρίων Δεληγιαννέων ετρέξαμεν μέχρι της σήμερον, όπου η ανάγκη της πατρίδος το εκάλεσεν. Αλλ’ επειδή οι τοιούτοι δεν υποκλίνουν εις το νοήματα(?) της Διοικήσεως και του Οργανικού Νόμου από την σήμερον δεν έχομεν καμμίαν οικειότητα με αυτούς, ούτε στηρίζομεν αυτούς αρχηγούς μας. Πειθόμεθα δε εις τας διαταγάς της Σεβαστής ημών Διοικήσεως, και όπου αν ήθελεν επιταχθώμεν μένομεν πρόθυμοι δια παντός ως πρόθυμα τέκνα της πατρίδος. Ο κύριος Κανέλλος Δεληγιάννης επειδή δεν τον ακολουθούμεν εις τα αντιπατριωτικά του φρονήματα έστειλε προλαβούτος(?) μερικούς οπλοφόρους μισθωτούς ξένους μέσα εις τα χωρία μας Βελημάχι, Κοντοβάζαινα και λοιπά χωρία. Οι οποίοι ελεηλάτησαν, άρπασαν, έκαυσαν και ένα οσπήτιον, σκοπός των να κατακαύσουν και όλα των σημαντικών καπεταναίων, αν δεν τρέξουν εις τα φρονήματά των. Τούτου ένεκα λοιπόν αναφερόμεθα και ημάς κατά χρέος στέλοντες και τους αρμοδίους πληρεξουσίους δια να πληροφορήσουν την υπερτάτην διοίκησιν, τα πάντα εκτεταμένως, και παρακαλούμεν τώρα μάλιστα όπου διαφαίνεται(?) κάθε πατριώτου δίκαιον, δια να δώση ακρόασιν προς τους παρουσιαζόμενους, και παρακαλούμεν και πάλιν και πολλάκις, να υπερασπισθή τα δίκαιά μας όντας γνήσια τέκνα της πατρίδος και μένοντας προς εσάς(?) με όλον το βαθύτατον σέβας.
Τη 18 Οκτωμβρίου 1824 Εν Περαμεριά
Οι ευπειθέστατοι πατριώτες
Οι κάτοικοι των χωρίων Καρυταίνης Λαγκαδίων και Περαμεριάς…..»
     Τα χωριά που υπόγραψαν την αναφορά αυτή, ήταν:
Λαγκάδια πάνω μαχαλάς, Λαγκάδια κάτω μαχαλάς, Κοντοβάζαινα, Νεμούτα, Ράχες, Βελιμάχι, Βούτζι, Καρδαρίτζη, Δίβριτζα(?).
(σ. σ. αναγνωρίστηκαν επίσης, μερικές υπογραφές μεμονωμένων κυρίως ατόμων, διαφόρων άλλων χωριών).
     Το παραπάνω έγγραφο ευρίσκεται στα (Γ. Α. Κ./Εκτελεστικό/Φ32/αρ. εγγρ. 6 και 6α). Ακριβές αντίγραφο παραθέτουμε στο τέλος του παρόντος στα ανάλογα Παραρτήματα, σελίδα πρώτη, σελίδα δεύτερη και σελίδα τρίτη.
     Μια δεύτερη σχετική αναφορά με το θέμα είναι και η αναφορά των ιδίων Παπασταθούλη και Κοντοβαζαινίτη την οποία και αυτή έχουμε την τιμή να παρουσιάσουμε για πρώτη φορά μέσα από τις σελίδες μας εδώ. Η εν λόγω αναφορά έχει ως εξής:
     «Προς το Σεβαστόν Εκτελεστικόν Σώμα
     Οι υποφαινόμενοι αναφέρωμεν δια της παρούσης ότι ο κύριος Κανέλος Δεληγιάννης με τα αδέλφια του καθ’ ας πληροφορίας έχομε μαθών την κοινήν απόφασιν της επαρχίας μας κατά την προλαβούσαν αναφοράν πως του να μην έχομε εις το εξής μετ’ αυτών ουδεμίαν οικειότητα και κοινονίαν ανεχώρησεν από την πολιορκία Πατρών, και ελθών εις τα χωρία μας λεηλατεί και άλλα χωρία κάμνη εις τα σημαντικά οσπήτια των καπεταναίων, και στρατιωτών σκοπόν έχων εκ τούτου να εκφοβήση τον λαόν, στο να ακολουθήσουν τα αντιπατριωτικά φρονήματα. Μη ανεχόμενοι λοιπόν των τοιούτων τυραννικών καταχρήσεων, αναφερόμεθα προς την Σεβαστήν ημών Διοίκησιν και φιλο….(?) εξητούμενοι(?) θερμώς την περίλθαψιν της κοινής ημών Μητρός ίνα ευσπλαχνιζομένης(?) τα τέκνα της επιτάξη  [μία δυσανάγνωστος λέξη] επιτηρούντες τον αντάρτην τούτον να απέχη αφ’ ημών και αναχωρήση όσον τάχιστα από τα χωρία μας και να μας αφήση υσήχους και αζημίωτους. Επιστρέφων ανελλοιπώς τα προαρπαχθέντα πρόβατα και λοιπά πραγματά μας αν δε εξ’ εναντίας του οποίου δεν ελπίζομε ότι δεν [μία δυσανάγνωστος λέξη] από του να επιστρέψει εις τα έργα του, εμείς δια να εκδηκηθώμεν(?) τα μεγαλείτερα(?) δικαιά μας θέλει κινηθώμε οίκοθεν κατ’ αυτού, μέχρι τελικής εκδικήσεως.
     Όντως λοιπόν βέβαιοι ότι η Σεβαστή ημών Μήτηρ θέλει λάβη πρόνοιαν ανάλογον δια την υπεράσισιν των δικαιωμάτων μας τότε μένομεν ευσεβάστως.
Εν Ναυπλίω τη 26 Οκτωμβρίου 1824
Παπα ευστάθιος
Γιώργος Κοντοβαζαινίτης»

     Το παραπάνω και αυτό ανέκδοτο μέχρι σήμερα έγγραφο ευρίσκεται στα (Γ. Α. Κ. / Εκτελεστικό/Φ32/αρ. εγγρ. 5). Ακριβές αντίγραφο του, παραθέτουμε στο τέλος του παρόντος στο σχετικό Παράρτημα.
     Οι αναφορές αυτές εστάλησαν, ως προαναφέρθη, στο Βουλευτικό που είχε έδρα το Ναύπλιο. Έτσι μέσα από τα «Αρχεία της Ελληνικής Παλιγγενεσίας. Τόμος 7ος. Σελ. 34, πληροφορούμαστε ότι το Βουλευτικό έλαβε γνώση της προαναφερθείσας αναφοράς, την 4ην Νοεμβρίου του 1824. Η σχετική καταγραφή έχει ως εξής:
     «Τη 4η Νοεμβρίου 1824
     Εν τη σημερινή συνελεύση του Βουλευτικού, προεδρεύοντος του Κυρίου Πανούτζου Νοταρά, ανεγνώσθησαν τα χθεσινά πρακτικά……
     ….Είτα ανεγνώσθη αναφορά τινών χωρίων του τμήματος Λαγκαδίου κατά των Τεληγιανναίων, οίτινες έκαυσαν τα οσπίτια αυτών των εγχωρίων, ήρπασαν τα ζώά των, ηχμαλώτευσαν τας γυναίκας και παιδία των και τους κατατυραννούν κηρύττοντες ότι δεν υπάρχει Διοίκησις και συνάζουσι δυναστικώς στρατιώτας δια να έλθωσι κατά της Διοικήσεως. Επικαλούνται δε την βοήθειαν της Διοικήσεως δια να ελευθερωθώσιν από αυτούς. Κατηγορούσι δε και τον Παραστάτην των κύριον Αναγνώστην Ζαφειρόπουλον, τον οποίον λέγουν ότι τον είχον οι Τεληγιανναίοι μισθωτόν επί Τουρκίας και εκάθητο εις Τριπολιτζάν προς εκτέλεσιν των κακών θελημάτων των, και ήδη με μηχανικόν τρόπον χωρίς της γνώμης της επαρχίας τον έστειλαν να ενεργή καθώς και επί Τουρκίας. Το Βουλευτικόν Σώμα απεφάσισε να σταλή προβούλευμα εις το Σεβαστόν Εκτελεστικόν ίνα διαταχθώσιν οι εναγόμενοι Τεληγιανναίοι να δώσωσιν απολογίαν δια τας καταχρήσεις οπού έκαμαν. Το προβούλευμα τούτο εστάλη υπ' αρ. 100.
     Ανεγνώσθη και ετέρα του Παπαευσταθίου Λαγκαδινού και Γεωργίου Κοντοβαζαινίτη κατά των ιδίων Τεληγιανναίων δια τας ζημίας των οσπιτίων των και αρπαγάς των ποιμνίων των και άλλων ας υπέφερον παρά των αυτών Τεληγιανναίων….». (Αρχεία Ελληνικής Παλιγγενεσίας. Τόμος &. Σελ. 35).
 
     «….τη 4 Νοεμβρίου 1824 …..Ανεγνώσθη αναφορά των κατοίκων του τμήματος Λαγκαδίων κατά τινων άλλων του αυτού τμήματος, δηλαδή κατά του Παπαστάθη και των οπαδών του, οίτινες ανταθέντες μετά του στρατηγού Κολιοπούλου ταράττουσι τα πράγματα της επαρχίας και ζητούν προβιβασμούς παρ’ αξίαν κ.λ.π…..». (Αρχεία Ελληνικής Παλιγγενεσίας. Τόμος &. Σελ. 35).
 
     «….τη 4 Νοεμβρίου 1824 …..Ανεγνώσθη ετέρα του Παπαευσταθίου Λαγκαδινού και Γεωργίου Κοντοβαζινίτη κατά των ιδίων Τεληγιανναίων δια τας ζημίας των οσπιτίων των και τας αρπαγάς των ποιμνίων των και άλλων ας υπέφερον παρά των αυτών Τελληγιανναίων….». (Αρχεία Ελληνικής Παλιγγενεσίας. Τόμος &. Σελ. 36).
Ο πρόεδρος του Βουλευτικού                                                Ο Β' Γραμματεύς
Πανούτζος Νοταράς                                                           Ανδρέας Παπαδόπουλος».
     (Αρχεία Ελληνικής Παλιγγενεσίας. Τόμος 7ος. Σελ. 35 – 36).
    Δεν ήταν όμως οι μοναδικές αυτές δύο αναφορές που στρεφόντουσαν κατά των Δεληγιανναίων. Οι αρχηγοί των στρατιωτικών τμημάτων καθώς και οι δημογέροντες των χωριών της περιοχής μας, επανέρχονται με κάποια άλλη αναφορά τους τον Δεκέμβριο του ιδίου χρόνου κατά των «ανταρτών». Η αναφορά αυτή που υπογράφεται και από μερικούς Καλλιαναίους έχει ως εξής:
     «Υπερτάτη Διοίκησις
     Ημείς οι κάτοικοι στρατιωτικών και πολεμικών των τμημάτων Λαγκαδίων, Άκοβας, και Περαμεριάς παρατηρούντες(?) ότι τα τυραννικά φρονήματα των Δεληγιανναίων και των οπαδών και κάποιων των οποίων συμπεριλάβαμε(?) στον κατάλογον έφθασαν εις τοιούτον βαθμόν όπου μήτε η ζωή μας μήτε η τιμή μας μήτε η ιδιοκτησίαν μας μένει πλέον προς ασφάλειαν. Επειδή και ταύτα τα ιερώτερα των δικαιωμάτων του ανθρώπου [μια δυσανάγνωστος λέξη] κατεπάτησαν, βεβαιωθείται προς τούτοις πραγματικώς ότι είχαν φθάσει εις τοσαύτην αλαζονείαν ώστε να μη μπορέση(?) Νομαρχία(?) αλλά αυτεξούσιον τυραννίαν, κεφαλή της οποίας εστοχάζοντο τον ευατόν τους.
     Εστείλαμε(?) το απερασμένο καλοκαίρι πληρεξουσίους με αναφοράν μας προς την Σεβαστήν Διοίκησιν δια των οποίων εφανερώναμε τους ολέθριους(?) απανθρώπους και εναντίον των ελληνικών νόμων σκοπών των γνωστοποιούντες ότι εμείς και της πατρίδος γνήσια τέκνα και ελευθέρων φρονημάτων συμφώνως με τον Θείον(?) Οργανικόν μας νόμον είμεθα. [δύο δυσανάγνωστες λέξεις] τοιούτων φρονημάτων, [μία δυσανάγνωστος λέξη] απ’ αυτή και απεφασίσαμε   να μην γνωρίσωμεν άλλην αρχήν, παρά των ιερών μας Νόμων και της Σεβαστής Διοίκησης και να μην υπακούσωμεν εις άλλων διαταγάς παρά εις τας διαταγάς των Νόμων και της Διοικήσεως.
     Οι αυθάδεις ούτοι Δεληγιανναίοι και οι οπαδοί τους μενέα(?) τυρανικής κινούμενοι εκινήθησαν στρατιωτικώς εναντίον του θείου(?) μας νόμου και της Σεβαστής Διοικήσεως αλλά τα ανίκητα(?) των Νόμων όπλα τους ετρόμαξαν και τους έκαμαν να καταφύγωσι εις τας άκρας της Πελοποννήσου.
Πόσον(?) και ημείς σε τούτο ενεργήσαμε, η Διοίκησις δύναται ούτως να πληροφορηθή….
     ….και εγνωρίσαμε ότι δεν φανή άλλο παρά τυραννική ολιγαρχίαν, και όντως ευπειθέστατα τέκνα των νόμων και της Διοικήσεως, παρακαλούμε θερμώς την Διοίκησιν να τους αφαιρέσει τους στρατιωτικούς βαθμούς και να μην εμπλακούν(?) πλέον εις αυτή πολιτικά και στρατιωτικά υπουργήματα(?), επειδή δε πάλιν ημπορεί να οδηγήσει(?) τα ίδια. Ημάς δε ως ανθρώπους [μια δυσανάγνωστος λέξη] υποσχόμεθα να τους κατατρέξομε(?) και να τους [μια δυσανάγνωστος λέξη] εμβάσομε εις τα σύνορα της επαρχίας μας ως ότου οι Νόμοι αποφασίσουν περί αυτού. [Μία δυσανάγνωστος λέξη] δε πρόθυμοι εις οποιαδήποτε προσταγήν της Σ. Διοικήσεως.
Ευσεβάστως
Λαγκάδια 1824 Δεκεμβρίου 30»
     Τα χωριά που υπόγραψαν την αναφορά αυτή, ήταν:
Λαγκάδια πάνω μαχαλάς, κάτω μαχαλάς, Βερβίτζα, Βιζίτζη, Ρεκούνι, Κατζουλιά, Κερπινή, Κοντοβάζαινα, Βάχλια Δίβριτζα, [μια δυσανάγνωστος λέξη], Ποδογορά, Βελιμάχι, Μοναστηράκι, Ράχες, Χόρα, Νεμούτα Καρδαρίτζη, Καλιάνη, [μια δυσανάγνωστος λέξη], Μοστενίτζα, Πουλιάρη, Συριάμου και Ρένεσι.
Ειδικότερα από το χωριό μας η αναφορά αυτή υπογράφεται από τους:
Καλιάνη
Γηόργης Γηανηκόπουλος
Παναγιώτης Τέντες
     Το παραπάνω έγγραφο βρίσκεται στα (Γ. Α. Κ. /Εκτελεστικό/ Αρ. Φακ. 48/ Αρ. Εγγρ. 90 και 90α). Κάποιες αναφορές για το εν λόγω έγγραφο γίνονται και από τον Ν. Ι. Φλούδα στο έργο του Βυζικιώτικα. Ακριβή φωτοαντίγραφα του εν λόγω εγγράφου στο τέλος του παρόντος στα ανάλογα σχετικά Παραρτήματα για σελίδα πρώτησελίδα δεύτερη και σελίδα τρίτη.
     Από το παραπάνω έγγραφο αξίζει να επισημάνουμε κάτι ιδιαίτερα πιστεύουμε σημαντικό. Τούτο είναι η ημερομηνία την οποία φέρεται τούτο γραμμένο. Όπως μπορούμε να παρατηρήσουμε είναι γραμμένο την 30 Δεκεμβρίου 1824. Πρόκειται για ένα στοιχείο το οποίο θα μας δοθεί η ευκαιρία να επανέλθουμε στην συνέχεια του παρόντος αφού πρώτα δούμε τι γινόταν στον ευρύτερο Ελληνικό χώρο.
     Έτσι λοιπόν καθόσον πληροφορούμαστε από διάφορους ιστορικούς, «….παντού εκινούντο κατά των ανταρτών στρατεύματα της Διοικήσεως. Τα κυβερνητικά αυτά στρατεύματα διέλυον τα ανταρτικά τοιαύτα, τα δε Ρουμελιώτικα τοιύτα (του Ιω. Κωλέτη) εισελθόντα εις την επαρχίαν Καλαβρύτων κατέστρεφον τα πάντα χάριν της Κυβερνήσεως, μέλος της οποίας ετύγχανεν ο Κωλέτης.
     Προ της τρομεράς αυτής καταστάσεως οι επαναστάται Πετμεζαίοι κατέθετον τα όπλα, ο Χρ. Σισίνης ετρέπετο εις φυγήν, ο Ζαΐμης έχανε την Κερπινήν…… Οι Δεληγιανναίοι (Αναγνώστης και Κανέλλος) εγκατέλειψαν τα Λαγκάδια κα κατέφυγον εις Καστανιά του Μυστρά, αφήσαντες αφυλάκτους και τας οικίας των, τας οποίας ελεηλάτησαν και κατέστρεψαν οι Ρουμελιώτες. Από εκεί οι Δεληγιανναίοι παρεκάλεσαν τους προκρίτους να μεσολαβήσουν εις την Διοίκησιν (Κυβέρνησιν) να τους συγχωρήση δια την ανταρσίαν των, πράγμα όπερ είχον ζητήσει και δια των αδελφών των Πανάγου και Νικολάου, τους οποίους προς τον σκοπόν αυτόν είχον εξαποστείλει εις Ναύπλιον, την έδραν της Κυβερνήσεως.
     Ο Θεοδ. Κολοκοτρώνης που είχε προσχωρήσει εις το κίνημα και σχεδόν ηγείτο αυτού, δια να μη χυθή άλλο αδελφικό αίμα εκ της συνεχίσεως του εμφυλίου πολέμου δια του ουδετέρου τότε Δημ. Πλαπούτα παρουσιάσθη την 24 Δεκεμβρίου 1824 εις την τριμελή επιτροπήν και εζήτησε με ταπεινότητα μέσω αυτής την συγχώρεσιν της Διοικήσεως. Η Διοίκησις πάντας τους αρχηγούς των ανταρτών αφού τους εκράτησεν επί τινας ημέρας εις Ναύπλιον και τους αφώπλισε, τους εφυλάκισεν εις την μονήν του προφήτου Ηλιού της Ύδρας, από όπου βραδύτερον (Μάιον 1825) επιμονή του λαού, ηναγκάσθη να τους ελευθερώση δια να εκστρατεύσουν κατά του Ιμβραήμ, όστις αλώνιζε την Πελοπόννησον…..». (Ν. Ι. Φλούδας. Βυζικιώτικα. Τόμος Δ. Σελ. 139).
     Και ενώ αυτά συνέβαιναν γενικότερα στις πολιτικές και στρατιωτικές εξελίξεις της εποχής ένα έγγραφο που υπογράφεται την 28 Δεκεμβρίου του 1824 από τα περισσότερα χωριά της περιοχής μας έρχεται να «συσκοτίσει» τα πράγματα και τις όποιες εξελίξεις διαδραματίζονταν την εποχή που αναφερόμαστε.
     Τι πραγματικά έγινε τις ημέρες εκείνες είναι λίγο δύσκολο να μάθουμε. Πιστεύουμε όμως ότι κάποια πολιτικά «τερτίπια» κάποιες «σκοτεινές» συναλλαγές και τα ανάλογα «δούναι και λαβείν» είχαν σαν αποτέλεσμα την σύνταξη του παρακάτω εγγράφου. Το έγγραφο αυτό έχει ως εξής:
     «Υπερτάτη Διοίκησις
     Ημείς οι ταπεινοί δούλοι σας, οι από το τμήμα Λαγκαδίων Άκοβας και Πέρα Μεριάς αναφέρομεν ότι ο επιφέρων Παπα – Ευστάθιος την αναφοράν υπογεγραμμένην παρ’ ημών, εις την οποίαν αναφέρομεν, ότι οι Διληγιανναίοι εστάθησαν προς ημάς τύραννοι και κακόφρονες και άλλα τόσα, όπου αναφέρει δι’ αυτούς, ομού τάχα και με άλλους οπαδούς αυτού, ημείς αυτήν την αναφοράν την υπογράψαμεν βία και δυναστεία του παπα – Ευστάθη δια την οποίαν η Υπερτάτη Διοίκησις θέλει πληροφορηθή, ότι ο παπα – Ευστάθης όντας συνηθισμένος απ’ αρχής όπου πάει, τόσας και τόσας καταχρήσεις καμωμένας και εις το εδικό μας τμήμα και εις άλλας επαρχίας όποτις επερνούσε και επειδή, λοιπόν, δεν τον άφηναν αυτόν τον κακοήθη και κακότροπον παπα – Ευστάθη, δια να κάμη τας συνηθισμένας αυτού καταχρήσεις και μη μπορώντας να ακολουθεί τα τοιαύτα. Τώρα λοιπόν με το να εξέπεσαν κατ’ αυτάς οι Διληγιανναίοι και με την οργήν της Διοικήσεως, αυτός φυλάττων τον καιρόν, εύρεν αυτόν καθώς επόθη και χωρίς καμίαν διαταγήν της Υπερτάτης Διοικήσεως, έφερεν εις ημάς στρατιώτας αρκετούς και βία και δυναστεία μας έπιασεν και υπογράψαμεν εις αυτήν την αναφοράν γράφοντες τόσας καταχρήσεις τάχα οι Διληγιανναίοι ότι έκαμαν, προς ημάς, όπου δια να αυξήσει περισσότερον το θυμόν η Διοίκησις ότι αυτούς να τους οργισθή και να λάβη αυτός τον σκοπόν του τοιουτοτρόπως, να ακολουθή τας συνηθισμένας του καταχρήσεις. Ημείς αναφέρομεν με όλον το σέβας προς την Υπερτάτην Διοίκησιν ότι από τον καιρόν όπου εσυκώσαμεν τα άρματα, εναντίον του εχθρού, αυτούς τους Διληγιαναίους εγνωρίσαμεν αρχηγούς και οδηγούς σε κάθε εκστρατείαν εις πίσμα των εχθρών με ψωμί, με γρόσια, με φυσέκια, με πέτρες, με τζαρούχια και με άλλα τόσα πολεμικά εφόδια οπού αναγκαιούν τους στρατιώτας. Ημείς από τους Διληγιανναίους αυτά τα απερασμένα χρόνια κανένα κακόν ή κατάχρησιν δεν είδομεν, αλλά βοήθειαν εις όλα και καλόν είδομεν. Λοιπόν η αναφορά όπου ο παπα – Ευστάθης φέρει η οποία αναφέρει ότι να αφαιρέσετε τους στρατιωτικούς βαθμούς από αυτούς τους Διληγιανναίους και να επικυρωθούν προς αυτόν τον παπα – Ευστάθη όθεν εις αυτά οπού η πρώτη αναφορά γράφει, η βία και δυναστεία υπογραφείσα, ημείς ούτε εις κανέναν από αυτά επειράχθημεν ούτε εις τα όσα ο παπα – Ευστάθης ζητά, ούτε δεκτόν εις ημάς να λάβη κανέναν βαθμόν στρατιωτικώς επάνω εις το τμήμα μας ότι δεν υποφέρομεν τας καταχρήσεις τα αχρείας, μόνον να καθίση εις το οσπίτιόν του καθώς και ημείς. Και η Διοίκησις όποιον άλλον γνωρίσει άξιον στρατιωτικώς με διαταγήν να διορίση και να το εγνωρίσωμεν αυτόν αρχηγόν. Και αναπαρακαλούμεν, όπου ο παπα – Ευστάθης, με διαταγήν να ασηκωθεί από εδώ και να ησυχάση ο κάθε ένας εις τα ίδιά του ότι δεν ημπορούμεν να υποφέρωμεν τας καταχρήσεις οπού καθημερινώς δοκιμάζομεν. Και οπού η Υπερτάτη Διοίκησις μας προστάξη είμεθα έτοιμοι να ακολουθήσωμεν. Και ως φιλόστοργος μήτηρ να κάμη έλεος προς ημάς και μένομεν με όλον το καθήκον και ταπεινού σέβας.
1824 Δεκεμβρίου 28.
Οι ταπεινοί δούλοι
του χωρίου
     Τα χωριά που υπόγραψαν την αναφορά αυτή ήταν:
Λαγκάδια, Βερβίτζα, Βυζίτζη, Ρεκούνι Καλιάνη, Τσερβίκος, Τζίπολη, Βρετουμπούγα, Γαλατάς, Αλβάνιτζα, Ρένεσι, Κατζουλιά, Σπάθαρη, Λεμούς, Βάνενα, Κόκλα, Νεμούτα, Κοντοβάζαινα, Βάχλια, Χόρα, Συριάμου, Ράχες, Βελιμάχι, Ποδογορά, Σταβρή, Καρδαρίτζι, Βούτζι, Παραλογγούς(?), Ξεροκαρύτενα, Μοναστηράκι, Μοστενίτζα, Κερπινή, Ποκοβίνα, Δίβριτζα, Γλανιτζιά.
Από το Καλλιάνη και του Κόκλα έχουμε:
Καλιάνη
Γιοργις Γηανηκόπουλος
Παναγιώτης Ντέντες
Νικολός Σιαχάμης
Κόκλα
Καλόγερος Γιάννη
Γιάννης Κούτης
Κωνσταντής Βάσης
……….».
     Το παραπάνω έγγραφο βρίσκεται στα (Γ. Α. Κ. Εκτελεστικό/φ. 48/ αρ. εγγρ. 91 και 91α) έχει δημοσιευθεί επίσης από τους: (Ν. Ι. Φλούδα. Βυζικιώτικα. Τόμος Δ. Σελ. 140. Γεώργιο Ι. Μιχαλακόπουλο. Το Σταυροδρόμι και ο οικισμός Μαυράδας. Τόμος Α' σελ. 221 – 222 καθώς και από τον Δ. Κ. Κυριακόπουλο. Περδικονέρι Γορτυνίας. Σελ. 333).  Ακριβές αντίγραφο του παραπάνω εγγράφου στο τέλος παρόντος, στα ανάλογα σχετικά Παραρτήματα, σελίδα πρώτησελίδα δεύτερη και σελίδα τρίτη, αντίστοιχα.
     Ως αναφέραμε το παραπάνω έγγραφο υπογράφεται από τα περισσότερα χωριά της περιοχής Λιοδώρας, Άκοβας και Πέρα Μεριάς. Ενδεικτικά εδώ αναφερθήκαμε και καταγράψαμε μόνον τα άτομα που υπογράφουν το έγγραφο αυτό, από τα χωριά «Καλιάνη» και «Κόκλα».
     Μια σημαντική παρατήρηση που θα πρέπει πιστεύουμε να επισημάνουμε στο σημείο αυτό, είναι ότι παρ’ ότι το εν λόγω έγγραφο είναι χαρακτηρισμένο και γραμμένο, όπως το ίδιο αναφέρει την: 1824 Δεκεμβρίου 28, εν τούτοις τόσον ο γραφικός χαρακτήρας που σημειώνει την ημερομηνία όσον και ο τρόπος γραφής (ένταση μελάνης, γραφικός χαρακτήρας, κ.λ.π.), δείχνει πως η εν λόγω ημερομηνία δεν ανταποκρίνεται της πραγματικότητας. Τούτο θα μπορούσε να εξηγηθεί με διάφορους τρόπους. Πάντως εκείνο που πιστεύουμε είναι ότι δεν θα μπορούσαν οι ίδιοι άνθρωποι που υπογράφουν την μηνυτήρια αναφορά της 28 Δεκεμβρίου 1824, να υπογράφουν παράλληλα και την αναιρετική αυτής, την 30 Δεκεμβρίου 1824 ήτοι μετά την παρέλευση μόνον δύο ημερών. Η πραγματική ημερομηνία της σύνταξης του εγγράφου αυτού, σαφώς θα πρέπει να αναζητηθεί σε κάποια εποχή μεταγενέστερη της αναγραφομένης. Το πώς όμως και το πότε υπογράφεται το εν λόγω έγγραφο είναι άγνωστο και παραμένει ένα μυστήριο.
     Ο δεύτερος αυτός εμφύλιος πόλεμος του 1824 είχε σαν αποτέλεσμα την εισβολή κάποιων Ρουμελιώτικων στρατευμάτων στην περιοχή μας, για την αποκατάσταση της έννομης τάξης. Μια χαρακτηριστική καταγραφή της αποκατάστασης και η ακόλουθη: «….Έστειλαν αμέσως και επήραν τα ποίμνία μας υπέρ τα χίλια διακόσια πρόβατα, υπέρ τα χίλια αιγίδια, ογδοήντα πέντε αγελάδια και δαμάλια και άλλα μεν έφαγον, άλλα δε επώλησαν. Εσύναξαν δε και τα γενήματα εκ των εισοδημάτων μας από τα Ζευγολατεία μας, Αναζήρι, Μακρήσια, Κρέστενα Γρέκα, Μερκίνιζα, Ανεμοδούρι, Τσίπολιν, Κόκλα, Κερβίκον, Γαλατά και από τους μύλους μας και άλλα μεν έφαγον, άλλα δε επώλησαν και επήραν τα χρήματα, ήρπασαν δε και όλα τα έπιπλα των οικιών μας, εις τας οποίας συνεκατοικούσαμεν επτά αδελφών οικογένειαι, ώστε η ζημία μας υπερέβη τας εξήντα χιλιάδας τάλληρα, ότε ανεχώρησαν περί τα μέσα Μαΐου τέσσαρους, ως έγγιστα μήμας. Άλλ’ εκτός των εδικών μας ζημιών τα κακά και τας αρπαγάς, τας οποίας έκαμεν αυτή η φρουρά εις την κωμόπολιν εκείνην και εις τα πέριξ αυτής χωρία, είναι ανήκουστα….». (Κ. Δεληγιάννη. Απομνημονεύματα. Τόμος Β. Σελ. 224).
     Και ενώ αυτά συνέβαιναν το 1824 όπως είδαμε, από τις αρχές του 1825 ο Αιγύπτιος Ιμπραήμ εισβάλει στην Πελοπόννησο και άρχισε να την «αλωνίζει». Καιρός πιστεύουμε να δούμε αν ο «σατράπης» αυτός, όπως τον αποκαλούν πολλοί ιστορικοί, «αλώνισε» και στο δικό μας χωριό.    

     4. ΤΟ ΠΕΡΑΣΜΑ ΤΟΥ ΙΜΠΡΑΗΜ ΑΠΟ ΤΗΝ ΓΟΡΤΥΝΙΑ (1825 – 1827) 

     Α. ΠΡΩΤΗ ΕΠΙΔΡΟΜΗ  

     Ο Ιμπραήμ ως γνωστόν αποβιβάζεται αρχές Φεβρουαρίου στην Μεθώνη και από εκεί μετά την μάχη στο Μανιάκι καταλαμβάνει την Τρίπολη. Με έδρα την πρωτεύουσα της Πελοποννήσου εξαπολύει διάφορες «ακτινωτές» επιθέσεις σε πολλά μέρη της.
     Αν και δεν έχουμε ακριβή αναφορά των χρονικογράφων και ιστορικών της εποχής για τα χωριά ή τις ακριβές τοποθεσίες, που δοκιμάστηκαν από την άγρια και ανελέητη φρίκη των ορδών του, εν τούτοις κάποια στοιχεία που παραθέτουμε αφήνουν να εννοηθεί ότι και από το χωριό μας πέρασαν κατ’ επανάληψη τα βάρβαρα στίφη του στρατεύματός του. Τούτο φαίνεται και από το έγγραφο (Γ. Α. Κ. / Υπ. Πολέμου/ Φ.  30. Σχ. 1 και 2), όπου υπογράφεται από τον Θ. Κολοκοτρώνη και πρόκειται για «…μίαν πλήρη έκθεσιν επιχειρήσεων του γενικού αρχηγού Θ. Κολοκοτρώνη δια την χρονικήν περίοδον από 3 μέχρι 10 Ιουλίου (σ.σ 1825)….». (Κων. Λ. Κοτσώνη. Εισβολή του Ιμπραήμ εις Γορτυνίαν. Γορτυνιακά. Τόμος Β. Σελ. 204).
     Η έκθεση αυτή του γενικού αρχηγού αναφέρει: «….ο δε εχθρός, κατακαύσας και λεηλατήσας τας χώρας και χωρία από Αλωνίσταιναν και εμπρός, εκτός Δημητζάνης, Ζυγοβιστίου και Στεμνίτζης, έφθασε δια των Λαγκαδίων και εως τες Άκοβες, και κατ’ εκείνο το μέρος ηκούσαμε κρότους τουφεκίων, και μανθάνομεν ότι επολέμησε μετά των εκείθεν εδικών μας κυρ Κανέλου και Γενναίου αλλά την έκβασιν του πολέμου και το μέρος δια το οποίον τραβά εισέτι δεν επληροφορήθημεν….». (Κων. Λ. Κοτσώνη. Εισβολή του Ιμπραήμ εις Γορτυνίαν. Γορτυνιακά. Τόμος Β. Σελ. 206).
     Πράγματι τα στρατεύματα του Ιμπραήμ, σύμφωνα με ιστορικές μαρτυρίες και απομνημονεύματα κάποιων πρωταγωνιστών, αφού κατάκαψε τα Λαγκάδια οδηγούμενο από τις σχετικές πληροφορίες κατευθύνθηκε προς «….το χωρίον Σπάθαρι της Άκοβας, πλησίον εις το σπήλαιον εκείνο και εις τον ποταμόν, το οποίον σπήλαιον ήτο χωρητικότητος τριακοσίων σχεδόν ανθρώπων….. και ευρίσκοντο άπασαι αι ανωτέρω οικογένειαι εκεί δια να είναι προφυλαγμέναι….». (Κ. Δεληγιάννη. Απομνημονεύματα. Τόμος Γ. Σελ. 55). Στο σπήλαιο αυτό είχαν καταφύγει οι Δεληγιανναίοι και πολλοί άλλοι από τις πλησιόχωρες επαρχίες της Γορτυνίας, οι οποίοι τελικώς διασώθηκαν. Ο Κανέλλος Δεληγιάννης σχετικά με την πρώτη αυτή επιδρομή των στρατευμάτων του Ιμπραήμ από την περιοχή μας αναφέρει: «….Φθάσας, ως είρηται, ο Ιμπραήμ πασιάς εις τα Λαγκάδια έστειλεν ευθύς τον Μπακή Εφένδην δια να έλθη εις του Σπάθαρι να μας ζωγρήση, και αυτός ελθών εις το Ρεκούνι και εις τες Άκοβες έβαλε φωτιές και κατεπυρπόλει όλα τα χωρία εκείνα δια να επιφέρη τον τρόμον και την φρίκην εις τους κατοίκους…
     ….εκατέβη εις την Βάναιναν και εκείθεν απέρασε τον ποταμόν και κατέλαβε τα χωρία Ράχες, Χώρα, Βούτσι και Σταυρί και διενυκτέρευσαν εκεί….». (Κ. Δεληγιάννη. Απομνημονεύματα. Τόμος Γ. Σελ. 57).
     Μια ακόμα χαρακτηριστική αναφορά για την πρώτη αυτή επιδρομή του Ιμπραήμ στα μέρη μας και η αναφορά του Τ. Κανδηλώρου, η οποία έχει ως εξής: «….Την 3 Ιουλίου 1825 έκαυσε τα Λαγγάδια, προσέβαλεν ανεπιτυχώς τους εν Κοκκινοβράχω, οχυρωθέντας και λεηλατήσας την Ηραίαν απήλθεν εις Τρίπολην, απάγων άπειρον λείαν και αιχμαλώτους γυναίκας και παίδας….». (Τ. Κανδηλώρου. Ιστορία της Γορτυνίας. Σελ. 314).
     Αυτή μπορεί μεν να ήταν η πρώτη επιδρομή των στρατευμάτων του Ιμπραήμ από την περιοχή μας αλλά δεν ήταν και η τελευταία. Το ίδιο πιστεύουμε σκηνικό επικράτησε και στην δεύτερη επιδρομή που έγινε περίπου μεταξύ των τελών Απριλίου με αρχές Μάιου του 1826.   

     Β. ΔΕΥΤΕΡΗ ΕΠΙΔΡΟΜΗ 

     Ως ανεφέρθη η δεύτερη επιδρομή των στρατευμάτων του Ιμπραήμ από τα μέρη μας έγινε περίπου Απρίλιο με Μάιο του 1826.
     Ο Ιμπραήμ είχε περάσει στην Δυτική Ελλάδα για να βοηθήσει τον Κιουταχή και τον Ομέρ Βρυώνη αλλά και γενικότερα στην πολιορκία του Μεσολογγίου. Μετά την πτώση του, την 12 Απριλίου 1826 και την επιστροφή του στον Μοριά, έγινε η δεύτερη επιδρομή των στρατευμάτων του από τα μέρη μας. Η σχετική αναφορά έχει ως εξής: «….Αλλ΄ ο Ιμραήμ …. στέλλει άγρια αποσπάσματα εις όλας τας επαρχίας. Εν τοιούτον έκαυσε πάλιν την Βυτίναν, έφθασεν εις Άκοβαν, διέβη τον Λάδωνα, ελεηλάτησε την Θέλπουσαν και απήγαγε χιλιάδας προβάτων και κτηνών….». (Τ. Κανδηλώρου. Ιστορία της Γορτυνίας. Σελ. 315).
     Μια δεύτερη αναφορά για τον αυτό χρόνο, η οποία πιθανόν πραγματοποιήθηκε στις αρχές του Αυγούστου του 1826 είναι και η ακόλουθη: «….Αλλ’ η μήνις αυτού κατά της Γορτυνίας δεν έπαυσε και μέγα απόσπασμα ….. όπερ δια Λεβιδίου εισβαλόν συνεπλήρωσε την πυρπόλησιν της Βυτίνης και των πέριξ, έκαυσε το Βυζίκιον και το Σκούντου….». (Τ. Κανδηλώρου. Ιστορία της Γορτυνίας. Σελ. 317). 

     Γ. ΤΡΙΤΗ ΕΠΙΔΡΟΜΗ 

     Μια τρίτη επιδρομή του Ιμπραήμ κατά των χωριών της περιοχής μας έχουμε και την επόμενη χρονιά, και συγκεκριμένα γύρω στον Ιούνιο του 1827. Η σχετική αυτή αναφορά λέει: «….Και τρομερόν απόσπασμα διελθόν τον Ιούνιον του 1827 δια της γέφυρας της Κυράς έκαυσε τα Λαγγάδια και πάντα τα πέριξ και κατεσκήνωσεν εις τας πηγάς του Λουσίου….». (Τ. Κανδηλώρου. Ιστορία της Γορτυνίας. Σελ. 319).
     Ο δε Κανέλος Δεληγιάννης σχετικά με την τρίτη αυτή επιδρομή του Ιμπραήμ από τα μέρη μας αναφέρει: «….Ο Ιμβραήμ….μένεα πνέων….εμελέτησεν νέαν επιδρομήν. Εξαπέλυσε τρομερόν απόσπασμα, κατά μήνα Ιούνιον, το οποίον δια της γέφυρας της Κυράς, έκαυσε τα Λαγκάδια και πάντα τα πέριξ….». (Κ. Δεληγιάννης. Απομνημονεύματα. Τόμος Γ. Σελ. 58).
     Και αυτά με τις επιδρομές του «σατράπη» Ιμπραήμ από τα μέρη μας. Παρ’ ότι, όπως χαρακτηριστικά πληροφορούμαστε, «….δεν γνωρίζομεν λεπτομερείας περί των προξενηθεισών καταστροφών, των συλληφθέντων αιχμαλώτων και των αρπαγέντων ζώων εις την υποστάσαν περιοχήν. Μόνον εκ γενικών περιγραφών απομνημονευμάτων είναι δυνατόν να σχηματίσωμεν αμυδράν εικόνα της δημιουργηθείσης εκ της επιδρομής φρικώδους καταστάσεως εις Γορτυνίαν. Γράφει συναφώς ο Σπηλιάδης: ο δε Ιμπραήμ ήδη περιφέρεται όπου θέλει. Ήδη χωρεί και εις αυτά τα δύσβατα μέρη….. παραδίδει τα πάντα εις πυρ και εις σίδηρον αρπάζει και τα πράγματα και τα ποίμνια των κατοίκων, και ανδραποδίζει πλήθος αθώων και αδυνάτων, ότε και πολλαί γυκαίκες και κοράσια, δια να μη απολέσωσι την αρετήν των, καταδιωκόμεναι ρίπτονται εις τους ποταμούς και πνίγονται και κατακρημνίζονται από υψηλούς βράχους εις τα βάραθρα….(Ν. Σπηλιάδου. Απομνημονεύματα. Σελ. 367-368). Ο Τρικούπης αναφέρει: Ο Ιμβραήμης έβαλε πυρ εις τα χωρία εκείνα και εις τινα άλλα εν οις και τα Λαγκάδια, διήρπασεν αγέλας, ηχμαλώτισε χιλίας ψυχάς…..(Σπ. Τρικούπη. Ιστορία. Τόμος Γ. Σελ. 169)…..». (Κων. Λ. Κοτσώνη. Εισβολή του Ιμπραήμ εις Γορτυνίαν. Γορτυνιακά. Τόμος Β. Σελ. 233).
     Σύμφωνα με την αναφορά στο θέμα αυτό από τον Ν. Ι. Φλούδα και από το έργο του Βυζικιώτικα πληροφορούμαστε ότι, «….κατά τα ανωτέρω το Βυζίκι επυρπολήθη και ελεηλατήθη από τους στρατιώτας του Ιμβραήμ δύο φοράς, μίαν το 1825 και ετέραν κατά το 1826. Αλλά και κατά το 1827 φαίνεται, ότι επυρπολήθη το αυτό χωρίον. Μία παράδοσις λέγει ότι τρείς φοράς το Βυζίκι επυρπολήθη από τον Ιμβραήμ, ενώ άλλη επτά….». (Ν. Ι. Φλούδας. Βυζικιώτικα. Τόμος Δ. Σελ. 172).
     Οι παραδόσεις του χωριού μας δεν αναφέρουν κάτι ανάλογο. Αλλά σύμφωνα με τις αναφορές αυτές, καθόσον και εμείς έχουμε ήδη αναφερθεί στα προηγούμενα, θα πρέπει να αναζητήσουμε τον ολοκληρωτικό «αφανισμό» μερικών παλαιότερων Καλλιανιώτικων επωνύμων και γενικότερα κάποιων ιερών ναών, της περιοχής του χωριού μας.
     Ένα ακόμα στοιχείο που επιβεβαιώνει το πέρασμα των ορδών του Ιμπραήμ από την περιοχή του χωριού μας, τουλάχιστον της πρώτης επιδρομής, είναι και η αναφορά του παρακάτω εγγράφου, του Νικηταρά και του Πλαπούτα προς τον Δημ. Δεληγιάννη. Το έγγραφο αυτό έχει ως εξής:
 
«Νικήτας Σταματελόπουλος και Δημητράκης                            18 Αυγούστου 1825
Πλαπούτας, Παλούμπα
Πρός Δημήτριο Δεληγιάννη, Άκοβα
Πρωτότυπο. Μονόφυλλο 295 Χ 195
     Αδελφέ κυρ Δημητράκη
     Σήμερον φθάσαμεν εδώ εις Παλούμπα με τον αδελφόν Κολιόπουλον, όπου την ίδίαν στιγμήν ελάβαμεν γράμμα παρά του εκλαμπροτάτου Κυρ Αν Ζαίμη, όστις και μας γράφει ίνα ανταμόσωμεν και να συσωματοθώμεν, του οποίου εγράψαμεν να απεράση εις Δημητζάναν, όπου εκεί υπάγωντες και ημείς αύριον, ανταμόνωντες, αποφασίζομεν την τοποθέτησίν μας ομού. Προς τούτοις μας γράφει ότι να γράψωμεν και της ευγενείας Σας ίνα συνάξητε πάντα τα αυτόθι άρματα και να τα στείλητε εκεί, ευγάλοντες κα ένα κολήτζήν εις ταις Πέρα Μεργιαίς και Άκοβες, όπου να συνάξη τουλάχιστον τριακόσια πινάκια γένημα, και να σταλθή εις Δημητζάναν, διότι οι Λιοδώραις και τα εδώθεν χωριά της Καρυτένης εξ’ αιτίας του Κερατομπαίμη δεν τους έμεινεν τίποτες γενήματα, καθώς και από τα εδικά μας στρατεύματα, και αν δεν εμπορής να κάμης τίποτε δια γένημα, γράψε μας αμέσως ίνα σας εξαποστείλωμεν μίαν εκτελεστικήν δύναμιν όσην ικανήν και την θέλεις, επειδή ηξεύρεις αδελφέ οτι η έλειψις του ζαερέ τι μας προξενεί, δια το οποίον και η οικονομία αύτη να γένη. Όθεν τάχυνε παρακαλούμεν τον εις Δημητζάναν ερχομόν σου με τα αυτόθι στρατεύματα, καθώς και τον ζαερέν, διότι η περίστασις της πατρίδος δεν επιδέχεται την παραμικράν άργηταν, και ως καλός πατριώτης τρέξε με όλην την ταχύτητα, εν τοσούτω ασπαζόμενοί Σας μέ(νομεν).

Παλούμπα 18 αυγούστου 1825                                    οι Αδελφοί και Πατριώτες
                                                                                     Νικήτας Σταματελόπουλος
                                                                                     Δημητράκης Πλαπούτας»
(Αρχείον Κανέλλου Δεληγιάννη. Τα έγγραφα 1779 – 1827. σελ. 142).
 
     Έτσι μέσα από το έγγραφο αυτό, ακριβές αντίγραφο του οποίου μπορείτε να δείτε στο τέλος του παρόντος στο ανάλογο Παράρτημα, γίνεται φανερό καθόσον, «…. οι Λιοδώραις και τα εδώθεν χωριά της Καρυτένης εξ’ αιτίας του Κερατομπαίμη δεν τους έμεινεν τίποτες γενήματα….», οι ορδές του Κερατομπραίμη δεν άφησαν τίποτα όρθιο. Και στο παρών σημείο αναλογιζόμαστε ότι η τοποθεσία και το σημερινό τοπωνύμιο, «καημένα αλώνια» του χωριού μας, προήλθε από τις προξενηθείσες καταστροφές της εποχής αυτής.
     Επειδή αναφερόμαστε την εποχή αυτή, χαρακτηριστικό είναι και το ακόλουθο γράμμα του Πλαπούτα της 17ης Νοεμβρίου του 1825, όπου μπορούμε να διακρίνουμε έστω και αμυδρά τι γινότανε στο χωριό μας την εποχή αυτή.

    «ΕΝΑ ΓΡΑΜΜΑ ΤΟΥ ΠΛΑΠΟΥΤΑ ΤΗΣ 17ΗΣ ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 1825 

     «Εν γράμμα του Δημητράκη Πλαπούτα απευθυνόμενον προς τον Θεόδωρον Κολοκοτρώνην και περιλαμβάνον ενεργείας του προς απόκρουσιν και παρακολούθησιν των Τούρκων, οίτινες ευρίσκοντο «από Τερβή Τζελεπή έως Σκαλίτζα και Γαστούνη, Ανδραβίδα, Λεχαινά, Βαρθολομιό κ.λ.π.». Ιδού το παλαιόν έγγραφον.
     «Προχθές έστειλα από Τζιούκα δέκα ανθρώπους να υπάγουν κάτω δια να παρατηρήσουν που οι Τούρκοι, ευρίσκονται και τι κάμνουν, έγραψα εν ταυτώ και των παραμερίων να με ειδεάσουν περί Τουρκών, και ιδού η απόκρησίς των, σας περικλείεται, σήμερον απέρασαν μερικοί στρατιώται μας εις Ρένεσι και Καλλιάνι και λοιπά χωρία ότι δεν μας εβαστούσαν όλους τα χωριά και αύριο πολλά πρωί θέλει ξεκινήσωμεν δια να ενοθώμεν όλοι και να περάσωμεν με την βάρκαν εις το Τουμπίτζι, ότι δεν απερνά το ποτάμι, και θέλει τραβίξομεν δια Νεμούτα, και Λάλα και ότι πληροφορηθώμεν αμέσως θέλει σας γράψωμεν, περί των Φαναριτών και Αρκαδίων μοι προεγράφατε, να ακολουθήσουν υπό οδηγίαν μου όπου η ανάγκη της πατρίδος έως ώρας δεν εφάνησαν, εγώ ανθρώπους να στείλω να τους ξεκινήσουν δεν έχω, δια τούτο στείλτε τους σφροδράς διαταγάς σας ή ταμζίδες να τους ξεκινήσουν, ειδεασέτε μας προς τούτοις που ο στρατηγός Νοταράς ευρίσκεται και κάθε νέον περίεργον έχετε από Ναύπλιον και κάθε άλλο μέρος και αν οι Τούρκοι απέρασαν το όντι δια Τριπολιτζάν και με τον παρόντα περιμένω απόκρισίν σας και μένω.
Τη 17 Νοεβρίου 1825                                                 Ο αδελφός
Βλάχους                                                             Δημητράκης Πλαπούτας»
     Την 20 Νοεμβρίου 1825 ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης ανέφερεν από Καρύταιναν εις το υπουργείον ότι διήλθον Τούρκοι προς Τρίπολιν, ότι οι Δεληγιανναίοι με όλον το σώμα Άκοβας, Λαγκαδίων και Πέρα Μεριάς μετέβησαν εις Λάλα, καθώς και ο Κολιόπουλος (δηλ. ο Πλαπούτας) με Ηραιάτας «ηλιοδώρους» (Γεν. Αρχ. Κράτους φ. 156 υπουργ. Πολέμου)». (Ν. Ι. Φλούδας. Νέα του Βυζικίου. Οκτώβριος 1965 έτος 6ο αρ. φύλλου 64. Σελ. 250).
     Μια ακόμα χαρακτηριστική καταγραφή για τα γεγονότα του 1825 και η ακόλουθη: «…Ώστε ελεηλάτουν όλας εκείνας τας επαρχίας ακωλύτως φθάσαντα δις και τρίς έως την επαρχίαν της Καρυταίνης εις τα τμήματα του Κάμπου και της Πέραμεριάς και τα κατέστρεψαν….». ….». (Κ. Δεληγιάννη. Απομνημονεύματα. Τόμος Γ. Σελ. 91 – 92).
     Είναι φανερό ότι στην εποχή αυτή θα πρέπει να αναζητήσουμε προφανώς την καταστροφή αρκετών εκκλησιών της περιοχής του χωριού μας, οι οποίες παραμένουν σαν άμορφα ερείπια και μαρτυρούν την λεηλασία και το πέρασμα των ορδών του Ιμπραήμ από την περιοχή μας. Ακόμα το τοπωνύμιο «καημένα αλώνια», της ευρύτερης περιοχής του κάμπου του χωριού μας, πιθανόν να δόθηκε στην ανωτέρω εποχή. Για εκείνο όμως που μπορούμε να είμαστε περισσότερο σίγουροι είναι, πως την εποχή αυτή θα πρέπει να αναζητήσουμε την παντελή έλλειψη πολλών παλαιοτέρων Καλλιανιώτικων επωνύμων. Αρκετοί άνθρωποι και μαζί με αυτούς και τα επώνυμά τους «χάθηκαν», στην εποχή που αναφερόμαστε.
 
     ΜΙΑ ΑΚΟΜΑ ΑΝΑΦΟΡΑ ΤΟΥ 1825
 
     Έχουμε ήδη αναφερθεί στην αναφορά αυτή, στο κεφάλαιο «ΕΤΥΜΟΓΙΑ ΚΑΛΛΙΑΝΙΟΥ», αλλά ας μας επιτραπεί μια  περαιτέρω μικρή επανάληψη λόγω της σπουδαιότητας την οποία περιλαμβάνει, η εν λόγω πληροφορία, για το χωριό μας. Έτσι όπως πληροφορούμαστε από τον Ν. Ι. Φλούδα και από την έκδοσή του «Τα νέα του Βυζικίου», «…Εις Καλλιάνι το 1825 εκρατείτο από τον Γεώργιον Γιαννικόπουλον «ο σπάχος Τούρκος με την φαμελίαν του εν όλω ψυχαί πέντε….». (Ν. Ι. Φλούδα. Νέα του Βυζικίου. Μάϊος 1962. Φ. 23ον).
      Δυστυχώς δεν μπορέσαμε να βρούμε περαιτέρω στοιχεία και το έγγραφο στο οποίο ανάγεται ο αείμνηστος ιστορικός της περιοχής μας, για να μπορέσουμε να σας μεταφέρουμε περισσότερα στοιχεία, για το εν λόγω συμβάν. Από την σπουδαία αυτή καταγραφή φαίνεται καθαρά πώς ο τελευταίος τούρκος αγάς της περιοχής μας «δεν έφυγε για την Τρίπολη», ως οι παραδόσεις μας εκθέτουν, στο σχετικό κεφάλαιο, αλλά είχε συλληφθεί και εκρατείτο από τον Γεώργιον Γιαννικόπουλον ή Κοκοσούλη. Η ημερομηνία που επικαλείται το εν λόγω έγγραφο αρκετά μεταγενέστερη της Ελληνικής επανάστασης παραμένει ένα μυστήριο. Όμως το τοπωνύμιο «Λαλιώτη», κάτι ανάλογο, υποθέτουμε, με το τοπωνύμιο «Καπελιάνου», που θα δούμε παρακάτω, αφήνει να εννοηθεί πότε και με ποιο τρόπο πραγματοποιήθηκε το τέλος της τουρκοκρατίας στο χωριό μας.   

     5. ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΗ ΠΡΟΣΦΟΡΑ ΤΩΝ ΚΑΛΛΙΑΝΑΙΩΝ ΣΤΟΝ ΑΓΩΝΑ ΤΟΥ 1821 

     Η επιτυχία της Ελληνικής επανάστασης του 1821 ήταν αναμφισβήτητα έργο όλων των Ελλήνων. Ο καθένας προσέφερε άλλος περισσότερο άλλος λιγότερο στην επιτυχία της. Ένα μερίδιο στην προσφορά αυτή έχουν και οι παλαιότεροι Καλλιαναίοι. Χαρακτηριστικό της προσφοράς αυτής και το: «….Εκ Γορτυνίας, γράφει το Φρατζής, εστρατολογούντο τα μεγαλείτερα στρατιωτικά σώματα και εξ’ αυτής εγίνετο μεγάλη προμήθεια πολεμοφοδίων….». (Τ. Κανδηλώρου. Ιστορία της Γορτυνίας. Σελ. 303).
     Ποια ήταν η προσφορά των παλαιότερων Καλλιαναίων στην επιτυχία της επανάστασης, θα προσπαθήσουμε να αναλύσουμε εδώ.
     Είδαμε στα προηγούμενα και το οικείο κεφάλαιο «ΑΝΑΛΥΣΗ ΠΑΛΑΙΩΝ ΚΑΛΛΙΑΝΙΩΤΙΚΩΝ ΕΠΩΝΥΜΩΝ» και αξίζει πιστεύουμε να επαναλάβουμε εδώ και να ξαναθυμηθούμε τον γνωστό μας κατάλογο, των συστρατευμένων Καλλιαναίων στο στρατόπεδο της Πάτρας την 24ην Σεπτεμβρίου του 1824.
     Οι παλιοί Καλλιαναίοι αγωνιστές, σύμφωνα με τον παρόντα κατάλογο, ήταν:
     «.......
Γεώργιος Ντούσκας από καλιάνη
Γεώργιος Κοκοσούλης
Νικόλαος Γιαννίκου
Γεώργιος Τάσκας
Φίλιππας Ηλία
Γεώργιος Κούτης
Γεώργιος Καττής
Σπήλιος Κάμπρας
Ανδρίκος Βασίλη
Χρήστος Σταύρου
Αναστάσης Τρουπής
Αγγελής Ντάρας
Γεώργιος Μπρίτζας
Δημητράκης Βιρβιρίτζης
Πανάγος Σαντάλιος
Μήτρος Σουρούφης
Κωνσταντής Καλογήρου
Χρήστος Γιάννη
Γιάννης Ρουμελιώτης
Πάϊκος Κακούρης
Αθανάσιος Χρονόπουλος
Δημήτριος Σαλούτος
Πανάγος Σιάχαμης
Γεώργιος Σιαχάμης
Νικόλαος Σιάχαμης
Γιάννης Σιαχάμης
Ηλίας Σώτος
      .......».
     Στο τέλος του παρόντος καταλόγου αναγράφεται:
 
     «....... 
     24 Σεπτεμβρίου 1824
     Κάρουση, Γ. Μόστρα
     1824 Σεπτεμβρίου 10 εξεκινήσαμε από την επαρχίαν μας, ήλθομεν εις το Γενικόν Στρατόπεδον, και εις τας 20 του ιδίου. Έγινεν η καταμέτρησις των στρατιωτών εις τας εικοσιτέσσαρας 24 του ιδίου.
                                                                                  Κανέλλος Δεληγιάννης
                                                                                 Δημήτριος Δεληγιάννης
     Κατεμετρήθησαν παρά του επιθεωρητού του Στρατοπέδου Γεωργίου Μόστρα, και εθεωρήθη παρ’ εμού το εύσχημον, εύολπον και ανάλογον της ηλικίας των Στρατιωτών.    
                                                                                        Ανδρέας Λόντος
                                                                                     Ίσον τω πρωτοτύπω
                                                                                         Ο Γραμματεύς
                                                                                          Ιω. Γεωργίου».
     Ως ήδη έχουμε αναφέρει ακριβές αντίγραφο του εν λόγω εγγράφου στο τέλος του παρόντος στο σχετικό ανάλογο Παράρτημα.
     Αλλά δεν ήταν η μοναδική φορά πιστεύουμε που οι Καλλιαναίοι εξεστράτευσαν εναντίων των εχθρών. Κάποιες ακόμα αναφορές για την προσφορά των παλαιότερων Καλλιαναίων και οι ακόλουθες.
     Έτσι λοιπόν σύμφωνα με το άρθρο του Ν. Γ. Παπαγεωργίου που πρωτοεκδόθηκε τον Μάιο του 2000, στο φύλλο της εφημερίδας «ΓΟΡΤΥΝΙΑ» με αρ. φυλ. 165, από την κατάσταση των στρατιωτών Λαγκαδίου Άκοβας και Πέρα Μεριάς, κατά το έτος 1826, βρίσκουμε τα εξής:
     «Σήμερα παρουσιάζουμε ανέκδοτο έγγραφο με τους στρατιώτες κάθε χωριού των Λαγκαδίων, Άκοβας και Πέρα Μεριάς που ακολουθούσαν τους Δεληγιανναίους. Σχετικά με τον μικρό αριθμό των στρατιωτών του κάθε χωριού, θα πρέπει να λάβουμε υπόψη ότι ένα μέρος των στρατιωτών των χωριών ακολουθούσαν τους Κολοκοτρώνη ή Πλαπούτα.
     Το έγγραφο του οποίου διατηρείται η ορθογραφία έχει ως εξής:
     1826 Μαρτίου πέντε, κατάλογοι των στρατιωτών Λαγκαδίου Άκοβας και Πέρα Μέριας:

Χωριό
Στρατιώτες
Τσίπολη - Μαυράδα     
  3
Ρένεσι 
10
Καλιάνη
20
Κόκλα
  2
Βρετεμπούγα
12
Βάνενα
  8
Βερβίτζα
25
Αλβάνιτζα
  3
....................

Σύνολο
534

     (Νίκος Γ. Παπαγεωργίου. Εφημ. Γορτυνία. Αρ. φ. 165. Σελ. 10)
     Όμως και αυτό το έγγραφο δεν είναι το μοναδικό που αναφέρεται στην προσφορά των χωριών της περιοχής μας, και κατ΄ επέκτασιν και του δικό μας, για την προσφορά τους στον Εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα.
     Κάποια ακόμα έγγραφα που βρίσκονται στα Γ. Α. Κ. / Υπουργείου Πολέμου φ. 178 (25-2-1826 με αυξ. αρθ. 012/013) και φ. 179 (1-3-1826), περιλαμβάνουν τους καταλόγους του Κανέλλου Δεληγιάννη με τον αριθμό των στρατιωτών που τον ακολούθησαν σε διάφορες εκστρατείες. Δυστυχώς οι κατάλογοι αυτοί παρουσιάζουν αριθμητικά μόνον τον αριθμό των στρατιωτών χωρίς τα πλήρη ονοματεπώνυμά τους. Τα έγγραφα αυτά έχουν ως εξής:
«….Από 1ης Αυγούστου έως τας 28 Σεπτεμβρίου 1825

……

Αλβάνιτσα
  4
Βρετεμπούγα
11
Καλλιάνι
15
Κόκλα
  5
Ρένεσι
  4
Τζίπολι Μαυράδες
  5
………


     1825. οπόσοι στρατιώτες μ’ ακολούθησαν από το τμήμα άκοβας και πέρα μεριάς στρατεύσαντες ούτω εις Δημητσάναν στεμνίτσα κινηθέντες εις μυσθρά (?) τζακονιά τζιπιανά μετά του κ. Ζαήμη από 1 Αυγούστου έως τέλη Σεπτέμβρη μήνας δύο….». (Γ. Α. Κ. Υπουργείο πολέμου φ.178/ 25 – 2 – 1826).
     Της εκστρατείας αυτής αρχηγός ήταν ο αδελφός του Κανέλου, ο Δημήτρης Δεληγιάννης. Ο Κανέλος όμως επιστρέφει με δεύτερο έγγραφο μετά από λίγες ημέρες την (1-3-1826), αναφερόμενος σε προηγουμένη εκστρατεία, με αρχηγό τον ίδιο. Η αναφορά αυτή, ήταν:
      «…..Από 25ης Μαίου έως τέλη Ιουλίου 1825.

…….

 
Αλβάνιτσα
7
Βρετεμπούγα
18
Καλλιάνι
32
Ρένεσι
7
Κόκλα
8
Τσίπολη Μαυράδες
9
……..

 

     1825. οπόσοι στρατιώτες με ακολούθησαν εις την εκστρατεία βέρβενα (?) λεοντάρι και τρίκορφα από 25 Μαΐου έως τέλη Ιουλίου ημέρας 65….». (Γ. Α. Κ. Υπουργείο πολέμου φ.179/ 1 – 3 – 1826).
     Τα δύο έγγραφα, πλήρη με αριθμούς εξόδων σε υλικά πολέμου όπως «τζαρούχια, ντουφεκόπετρες κ.λ.π.», ήταν αυτά με τα οποία ο Δεληγιάννης ζητούσε τα ανάλογα γρόσια από το υπουργείο οικονομικών. Από τα έγγραφα αυτά γίνεται σαφές ο μεγάλος αριθμός των Καλλιαναίων στρατιωτών στην προσφορά του αγώνα της υπέρ της Εθνικής ανεξαρτησίας. Να σημειώσουμε τέλος, ότι αναφορά στα εν λόγω έγγραφα, έχει κάνει και ο Ν. Ι Φλούδας στο έργο του Νέα του Βυζικίου τον Μάρτιο του 1963 έτος 3ον αρ. φύλλου 33.


ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ...






 

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου